Live τώρα    
23°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
21.7°C24.7°C
3 BF 55%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
19.7°C24.9°C
1 BF 41%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
19.4°C21.6°C
4 BF 61%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
21 °C
20.4°C20.8°C
2 BF 68%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
24 °C
23.9°C24.0°C
3 BF 33%
Παράγοντας το κείμενο
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Παράγοντας το κείμενο

ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ

Στη μνήμη του Τζωρτζ Στάινερ

Διαβάζοντας το μυθιστόρημα του Jaume Cambé Η σκιά του ευνούχουi, που δημοσιεύτηκε το 1996, διαπίστωσα ότι και εδώ, όπως και στο Confiteor, ο Καμπρέ με καθιστούσε «παραγωγό του κειμένου» του. Έτσι, επιλέγοντας να εστιάσω καταρχήν την προσοχή μου στη σχέση ανάμεσα στο Περικείμενο και το Κείμενο, άρχισα να συσσωρεύω το συμβολικό μου κεφάλαιο.

Από το Περικείμενο στο Κείμενο: Τίτλος

Γιατί, το διακύβευμα της λογοτεχνικής εργασίας (η λογοτεχνία ως εργασία )είναι να μην φτιάχνει πλέον από τον αναγνώστη ένα καταναλωτή, αλλά ένα παραγωγό του κειμένου

R. Barthes, S/Zii

Ο Τίτλος του μυθιστορήματος, Η σκιά του Ευνούχου, εγκαινιάζει εξαρχής το παιχνίδι της διακειμενικότητας. Αυτό, όπως θα δούμε, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τόσο το υποκείμενο της αφήγησης όσο και τη δομή του αφηγήματός του. Έτσι, ο τίτλος ανέσυρε από το κεφάλαιο της μνήμης μου το θεωρητικό έργο του Roland Barthes S/Z στο οποίο εκθέτει τη μέθοδο ανάγνωσης που προτείνει με βάση τη νουβέλα του Balzac Sarrazine.

Εκεί, στη δεξίωση ενός αγνώστου προελεύσεως τραπεζίτη, εμφανίζεται αίφνης μπροστά στα μάτια ενός ζεύγους καλεσμένων, σαν εξωπραγματική σκιά, μια ανδρόγυνη μορφή φανταχτερά ενδεδυμένη και στολισμένη με πολύτιμα κοσμήματα. Είναι, όπως θα μάθουμε, η μορφή ενός υπέργηρου ιταλού ευνούχου, μιας άλλοτε διάσημης καλλονής και τραγουδίστριας ονόματι Zambinella. Περνώντας το σύνορο από το περικείμενο στο κείμενο, διαπίστωσα πως η υπόθεση συσχετισμού του τίτλου του μυθιστορήματος με το έργο του Ρολάν Μπαρτ, έβρισκε έρεισμα στο γεγονός ότι στα χρόνια που σπούδαζε ως φοιτητής Γλωσσολογία και θεωρία της Λογοτεχνίας, ο αφηγητής Μικέλ Ζενζάνα, γνώριζε τις πρωτοποριακές θεωρίες του Μπαρτ: «Τώρα ήταν η σειρά του Τοντορόφ και του Μπαρτ», μας πληροφορεί! (σ.211).

Ήδη, λοιπόν, όπως και στο Confiteor ο Καμπρέ σπέρνει εντός του κειμένου σημεία που οδηγούν σταδιακά την παραγωγό σε ένα αφανές σύστημα ερμηνείας. Έτσι, με αυτό το «κλειδί» μετάβασης των συνόρων από το περικείμενο στο κείμενο, σύντομα φάνηκε πως οι διακειμενικές προεκτάσεις του τίτλου δεν σταματούσαν εδώ. Γιατί, παρότι τα σημεία μας έγνεφαν από την αρχή του μυθιστορήματος, έπρεπε να φτάσουμε προς στο τέλος προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε αναδρομικά πως τα σημεία λειτουργούσαν ως οδοδείκτες στο χωροχρόνο του κειμένου. Εκεί, προς το τέλος του αφηγήματος, ακούμε σε ευθύ λόγο τον αφηγητή να παραθέτει: «Όταν κοιτάζει πίσω του ο κριτικός βλέπει τη σκιά ενός ευνούχου ... ποιος θα επιθυμούσε, λοιπόν, να είναι κριτικός αν μπορούσε να είναι συγγραφέας; ... Το είπε ο Στάινερ ... Ένας κριτικός. Ένας σπουδαίος κριτικός» (416). Προφανώς, ο Μικέλ είχε διαβάσει στα φοιτητικά του χρόνια το Language and Silence (Γλώσσα και Σιωπή) που εκδόθηκε το 1967.

Από αυτόν τον διάσημο κριτικό, χρόνια αργότερα, ο Μικέλ, όντας ο ίδιος κριτικός αφού ως δημοσιογράφος καλύπτει θέματα που αφορούν τα γράμματα και τις τέχνες, θα πάρει μια συνέντευξη. Η συνέντευξη θα λάβει χώρα στο Κέμπριτζ, όπου διδάσκει ο Στάινερ. Αυτό το επαγγελματικό ταξίδι θα είναι καθοριστικό για τη σημαντικότερη, ερωτική σχέση που είχε ποτέ στη ζωή του ο αφηγητής. Τελικά, ο Στάινερ ήταν απλώς το πρόσχημα για να μπορέσει συναντήσει στην Αγγλία τη γυναίκα της ζωής του, τη διάσημη βιολίστρια Τερέζα Πλανέλια. Κι εκεί, πάλι τα θαλάσσωσε: τη στιγμή του αποχαιρετισμού τους (η Τερέζα πήγαινε στην Πράγα για ένα κονσέρτο), αντί να της πει όπως ένοιωθε «σ’ αγαπώ με όλη μου την καρδιά και όλες μου τις δυνάμεις», ομολογεί: «Αρκέστηκα, διπλά ευνουχισμένος, να της χαμογελάσω ... και την είδα να χάνεται για άλλη μια φορά απ’ τη ζωή μου» (489, πλάγια δικά μου). Έτσι, ως την τελευταία σελίδα του μυθιστορήματος, «η σκιά του ευνούχου» θα στοιχειώνει τον πρωταγωνιστή: «νοιώθω στείρος», ομολογεί στη συνάδελφό του Ζούλια. για να πάρει την απάντηση: «Δεν είσαι ευνούχος Μικέλ» (500). Εδώ, κλείνει ο κύκλος του Τίτλου που εγκαινίασε το Περικείμενο. Μέρος του ερευνητικού μας κεφαλαίου θα επενδυθεί τώρα στα Μότο και τις τυχόν συναλλαγές τους με το Κείμενο.

Το πρώτο παράθεμα φέρει το όνομα ενός διάσημου ισπανού ποιητή και δοκιμιογράφου, του ΖΟΑΝ ΜΑΡΓΑΡΙΤ: «Είστε λύκοι οι άνδρες της ηλικίας σου, κουβαλάτε τον χρόνο μόνο, στο βλέμμα». Η πρόταση αυτή, προφανώς απευθύνεται από γυναίκα σε άνδρα, ενώ η μεταφορά μας παραπέμπει στην περίφημη ρήση του Χομπς, Homo lupus Est. Στο χωροχρόνο του κειμένου, η πρόταση αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ως αποδέκτη τον αφηγητή Μικέλ Ζενζάνα. Ο λύκος, όπως ξέρουμε, είναι ζώο σαρκοβόρο. Ίσως. λοιπόν, δεν είναι τυχαίο ότι η Τζούλια, η συνάδελφός του Μικέλ, επιλέγει να δειπνίσουν σε ένα εστιατόριο ειδικό για σαρκοφάγους: «Εδώ υποχρεωτικά τρως κρεατικά», τον πληροφορεί (25). Να αναφέρουμε εδώ, ότι από την πρώτη στιγμή και καθ’ όλη τη διάρκεια του γεύματος, το βλέμμα του Μικέλ έλκεται από «τα μαύρα μάτια και την τέλεια επιδερμίδα της Ζούλια» (15). Σε ό,τι αφορά «το χρόνο μόνο στο βλέμμα», πέραν του ότι ο Μικέλ είναι ήδη ένας γερόλυκος 48 ετών, στο βλέμμα του αναβιώνουν οι αναμνήσεις διακοσίων ετών που στοιχειώνουν το ρεστοράν στο οποίο δειπνούν!

Το δεύτερο Μότο, γραμμένο στα αγγλικά, αποδίδεται στον άγγλο συγγραφέα ΙΒΑΛΙΝ ΟΥΟ: «...for we possess nothing certainly except the past». Το Παράθεμα, προέρχεται από το μυθιστόρημα Brideshead revisited, the Sacred and Profane Memories of Captain Charles Ryder (Επιστροφή στο Brideshead, οι ιερές και ανόσιες αναμνήσεις το Λοχαγού Τσαρλς Ράιντερ). Το παράθεμα εντοπίζεται στο πρώτο κεφάλαιο του 3ου Βιβλίου. Εκεί, ο αφηγητής σημειώνει: «Θέμα μου είναι η μνήμη ... Οι μνήμες αυτές που είναι η ζωή μου -γιατί τίποτε δεν είναι με βεβαιότητα δικό μας εκτός από το παρελθόν- ήταν πάντα μαζί μου».iii Διαβαίνοντας το σύνορο από το περικείμενο στο κείμενο, η παραγωγός διαπιστώνει μια σειρά από «δάνεια» που χορηγεί το Επιστροφή στο Μπράιντσηεντ (1945),στο Η Σκιά του Ευνούχου (1996). Τα δάνεια αυτά συνοψίζονται στα εξής:

Ως πυρήνας της αφηγηματικής δομής, η Μνήμη οδηγεί και τα δύο κείμενα στην Αναζήτηση του Χαμένου Χρόνου. Ο αυτοβιογραφικός λόγος αναλαμβάνει το ταξίδι του Νόστου, με προορισμό αφενός τον Πύργο του Μπράιντσχεντ και αφετέρου την έπαυλη καν Ζενζάνα - δεσπόζουσες παρουσίες στο χωροχρόνο ων δύο κειμένων. Ο ανελέητος ιστορικός χρόνος, ωστόσο, έχει επιφέρει στα κτήρια αυτά την ερήμωση της Λήθης: ο Πύργος έχει μετατραπεί σε στρατιωτικό νοσοκομείο και η Έπαυλη σε κοσμικό Ρεστοράν. Το συμπέρασμα στο οποίο οδηγείται η παραγωγός είναι πως από τον Όμηρο ως τον Προυστ, και τα δύο μυθιστορήματα που εξετάζουμε, η Λογοτεχνία, σε πείσμα της Ιστορίας, είναι η μόνη που μπορεί να μας εγγυηθεί την Ανεύρεση του Χαμένου Χρόνου, την επιστροφή μας στην Ιθάκη.

Στο επίπεδο των διακειμενικών αναλογιών, συνοπτικά αναφέρω την αρνητική εικόνα της πατρικής εξουσίας -και στα δύο μυθιστορήματα, ο Πατέρας εγκαταλείπει την οικογενειακή στέγη προκειμένου να ζήσει ελεύθερος με την ερωμένη του στο εξωτερικό, καθώς και τον ομοφυλόφιλο έρωτα, τον οποίο, διάφοροι λόγοι (ομοφοβία, οικογενειακά συμφέροντα, θρησκοληψία), καταστρέφουν ολοσχερώς τη ζωή των γκέι χαρακτήρων. Έτσι, o γοητευτικός αριστοκράτης Σεμπάστιαν καταλήγει θυρωρός σε ένα καθολικό μοναστήρι στο Μαρόκο, προκειμένου να σώσει την ψυχή του, ο δε αγαπημένος, μεγαλοαστός θείος του αφηγητή Μαουρίσι Ζενζάνα, απειλείται από τον πατέρα του ότι «θα μάθει όλος ο κόσμος πως είναι «ένας πούστης» (239), υποχρεώνεται να εγκαταλείψει την Έπαυλη, που κληρονόμησε από τον παππού του, και καταλήγει έγκλειστος σε ένα ψυχιατρείο.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι στην εφηβεία του, όντας καθολικός, ο Μικέλ παρ’ ολίγο θα κατέληγε να γίνει Ιησουίτης μοναχός! Ευτυχώς, ο James Joyce φρόντισε για τη σωτηρία του: τα γαλάζια μάτια μιας κοπέλας επέφεραν την επιφοίτηση (epiphany) και ο Μικέλ, όπως ο Στέφανος Δαίδαλος, επέλεξε τι δρόμο της αμαρτίας! Τέλος, ίσως η σύμπτωση ονομάτων να μην είναι τυχαία. Η γοητευτική αδελφή του Σεμπάστιαν, που παίρνει τη θέση του ως ερωμένη του Τσαρλς, λέγεται «Τζούλια» και το ίδιο όνομα επιλέγει ο Καμπρέ για να ονομάσει τη γοητευτική σύνοδο του αφηγητή του.

Το τρίτο Μότο αποτελείται από μέρος μιας παρτιτούρας, οι νότες της οποίας συνοδεύονται από λέξεις στα γερμανικά. Η μετάφραση μας δίνεται στη σελίδα 501 του κειμένου: «Αρκετά! Κύριε, αν είναι θέλημά σου, λύτρωσέ με!». Το μουσικό παράθεμα αποδίδεται στον ΑΛΜΠΑΝ ΜΠΕΡΓΚ. Σε μια Συνέντευξη που έδωσε ο Καμπρέ στις 23 Ιανουαρίου 2015 στο αγγλόφωνο περιοδικό Guernica για το Confiteor, ομολογεί πως έχει δύο «εμμονές». Η μία αφορά το δίπολο Μνήμης/Λήθης και η άλλη τη μουσική. Οι δυο αυτές εμμονές του, σημειώνει, είναι ήδη πρόδηλες στο μυθιστόρημά του «Lombradel eunuch (Η σκιά του ευνούχου). Πράγματι, αν δούμε τη σελίδα όπου παρατίθενται τα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ θα διαπιστώνουμε αυτή του την εμμονή:. Το μυθιστόρημα διαιρείται σε δύο μέρη. Το Πρώτο Μέρος φέρει τον τίτλο «Το Μυστικό του Αορίστου». Ας αρχίσομε από τον τίτλο αυτό, δεδομένου ότι οδήγησε την παραγωγό σε μια ενδιαφέρουσα διακειμενική σύμπτωση

Στο Επιστροφή στο Μπράντσηεντ, χρόνια μετά την εξαφάνιση του γοητευτικού εραστή του Σεμπάστιαν, ο ερωμένος του Τσαρλς Ράιντερ συναντά την αδελφή του η οποία του διηγείται τη θλιβερή εξαθλίωσή του. Στο διάλογο που ακολουθεί, διαβάζουμε:

«Τα είπες στη Τζούλια όλα αυτά για τον Σεμπάστιαν;»

«Τα βασικά σημεία ... Ποτέ της δεν τον αγάπησε, ξέρεις, όπως τον αγαπάμε εμείς».

«Τον αγαπάμε. Η λέξη ήταν για μένα μομφή. Δεν υπήρχε αόριστος στο ρήμα αγαπώ της Κορντήλια» (407)

Σε αντίθεση, ο «αόριστος», είναι υπαρκτός για τον θείο Μαουρίσι Ζενζάνα: «Η ζωή μου,», γράφει στον Μικέλ, «τώρα που βρίσκομαι στην όχθη της σκοτεινής λίμνης, είναι ένας απέραντος αόριστος» (447). Ο αόριστος είναι ένας χρόνος που υπερβαίνει τους περιορισμούς των παρατατικού. Χάρη σε αυτόν, ένα συμβάν και οι στιγμές που το διακρίνουν, αποκτούν το χάρισμα της διάρκειας. Παλαιόθεν, ο αόριστος αποτελεί πρότυπο επινόημα για τη διήγηση μιας ιστορίας. Για τους λόγους αυτούς, ο θείος Μαουρίσι προτείνει στον αγαπημένο του ανηψιό: «Γιατί δεν γράφεις ένα βιβλίο Μικέλ; Θα ζήσω ακόμα περισσότερο μέσα σε άλλες λέξεις» (445). Αυτά τα λίγα περί «αορίστου», ίσως φωτίζουν κάπως το «μυστικό» του.

Το Δεύτερο Μέρος, φέρει τον τίτλο «Στη Μνήμη ενός Αγγέλου». Ο τίτλος προέρχεται από το Κονσέρτο Opus 3 για βιολί του Α. Μπεργκ και είναι αφιερωμένο στη μνήμη της νεκρής κόρης του διάσημου αρχιτέκτονα Βάλτερ Γκρόπιους. Στο επίπεδο του κειμένου, συνδέεται άμεσα με το θάνατο της συντρόφου του αφηγητή, Τερέζας, η οποία, ταξιδεύοντας οδικώς προς την Πράγα για να εκτελέσει το Κονσέρτο, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό ατύχημα.

Σε κάθε Μέρος, τα Κεφάλαια ακολουθούν τις μουσικές υποδιαιρέσεις του Κονσέρτου: Andante (Praludium), Allegretto (Scherzando) στο Πρώτο, Allegro (Cadenza), Adagio (Choral: es istGenung!) στο Δεύτερο. Στο επίπεδο του αφηγηματικού λόγου, οι μουσικές αυτές οι υποδιαιρέσεις καθορίζουν το ύφος της γραφής κι εκφράζουν τα πάθη των χαρακτήρων. Το τελευταίο Κεφάλαιο φέρει ως τίτλο το μουσικό όρο Coda. Στο επίπεδο της μεταφοράς, η Coda θα μπορούσε να ειδωθεί ως η μουσική έκφραση της ανάμνησης και της προσδοκίας: ακούμε την πρώτη μελωδία της σύνθεσης και, στη συνέχεια, οι ήχοι μιας νέας μελωδίας ανοίγουν μια χαραμάδα προς το μέλλον.

Σε σύγκριση, στην αρχή του κειμένου, διαβάζουμε τη φράση: ««της εμπιστεύτηκα τα κλειδιά και τη ζωή μου» (18). Στην τελευταία σελίδα, η φράση επαναλαμβάνεται: «της έδωσα τα κλειδιά του αυτοκινήτου και της ζωής μου» Φεύγοντας από το εστιατόριο, καθώς ένας «λυγμός» βγαίνει «από τα έγκατα της μνήμης» του Μικέλ, στην τελευταία φράση του μυθιστορήματος, ακούμε τη νέα μελωδία: «Ένιωσε τότε μια βαθιά νοσταλγία για όλα» (500). Τώρα, απαλλαγμένος από το κόμπλεξ του ευνούχου, ο τελευταίος απόγονος των Ζένζανα, χάρη στη Ζούλια, θα εκπληρώσει την επιθυμία του θείου Μαουρίσι. Γράφοντας το μυθιστόρημα Η Σκιά του Ευνούχου, η Αναζήτηση του Χαμένου Χρόνου θα τον οδηγήσει στην Ανεύρεσή του και « οι λέξεις» του, θα δώσουν ξανά στ’ αγαπημένα πρόσωπα ζωή.

Εδώ, κλείνει ο κύκλος του Περικειμένου και ανοίγει ο κύκλος του Κειμένου.

i Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2019. Η σελίδα θα δίνεται στο τέλος του παραθέματος.

ii Roland Barthes S/Z Editions du I Seuil, 1970, σ. 10. Μετάφραση δική μου.

iii Evelyn Waugh, Επιστροφή στο Μπράντσχεντ. Μετ. Αθηνά Δημητριάδου. Πάπυρος 2008, σ. 303.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL