Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
20 °C
19.2°C21.6°C
1 BF 82%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αραιές νεφώσεις
15 °C
14.1°C15.6°C
2 BF 90%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
17.1°C19.4°C
2 BF 77%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
26 °C
25.8°C25.8°C
7 BF 41%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
14 °C
13.5°C14.5°C
0 BF 100%
Από τον αποκλεισμό και την αποτροπή στην ένταξη
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Από τον αποκλεισμό και την αποτροπή στην ένταξη

Της Αθηνάς Αθανασίου

H δημιουργία μιας μεταναστευτικής και προσφυγικής «κατάστασης έκτακτης ανάγκης» που έρχεται «απέξω» αποτελεί ακόμη ένα σύμπτωμα της συστημικής και γενικευμένης κρίσης της Ε.Ε. Ωστόσο, απέναντι και μέσα σε μια Ευρώπη δυσμενών συσχετισμών ισχύος τι εναλλακτικές μπορεί να προωθήσει η Αριστερά; Πώς οραματιζόμαστε τη δημοκρατική ιδιότητα του πολίτη στην Ευρώπη; Η μόνη επιλογή που απομένει είναι η αναθεμελίωση της πολιτικής Ευρώπης, μας λέει ο Ετιέν Μπαλιμπάρ, υπό το πρίσμα μιας θέσης υποστήριξης της Ευρώπης ως μεταεθνικής μορφής αλλά και δριμείας κριτικής στην τρέχουσα κυρίαρχη εκδοχή της. Στο βιβλίο τουΕυρώπη: Κρίση και Τέλος;” αναφέρεται σε ένα τέλος της Ευρώπης, που ωστόσο δεν είναι οριστικό και αμετάκλητο, παρά τις πολιτικές διολισθήσεις και τις μετατοπίσεις ισχύος που επέφερε η νεοφιλελεύθερη υπερίσχυση της οικονομίας έναντι της πολιτικής και της (έστω ισχνής) δημοκρατίας, αλλά ενέχει και την ανοιχτή δυνατότητα για μια επανεκκίνηση. Θα έλεγα ότι καλούμαστε να επανεπινοήσουμε, να αναθεμελιώσουμε την Ευρώπη πάνω σε διαφορετικές αρχές και αξίες όχι πια ως «κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού» που αυτοπροσδιορίζεται με όρους ανωτερότητας ως προς άλλους. Αυτό σημαίνει να αγωνιστούμε για μια Ευρώπη χωρίς ευρωκεντρισμό, χωρίς εθνικισμούς και χωρίς ζώνες ασφάλειας.

Αυτή η προοπτική δέχεται σήμερα αλλεπάλληλα πλήγματα, από τα οποία το σοβαρότερο είναι η διαχείριση των προσφυγικών ροών με κλείσιμο των συνόρων και ύψωση τειχών. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι η μετατροπή ανθρώπων σε πλεονάζοντα, απελάσιμα, ξένα σώματα, επικίνδυνα και απειλητικά για τη συνοχή ενός κλειστού και ομογενοποιημένου έθνους-κράτους (ρατσιστικός λόγος) ή ιδεώδη θύματα, παραλήπτες ανθρωπιστικής βοήθειας και «φτηνά εργατικά χέρια» στην οικονομία των αναλώσιμων σωμάτων (τεχνοκρατικός, νεοφιλελεύθερος λόγος).

Για την Αριστερά δεν μπορεί παρά να είναι ανυπόφορη και απαράδεκτη η πολιτική που παράγει εκείνους που «δεν έχουν δικαίωμα να έχουν δικαιώματα», όπως έγραψε η Χάνα Άρεντ για να περιγράψει όσους/ες, απάτριδες και πρόσφυγες, ενσαρκώνουν τη συνθήκη του μη ανήκειν, παραδειγματική μορφή της οποίας υπήρξε ο/η Εβραίος/α. Η αποστέρηση της πολιτικής υποκειμενικότητας και της δυνατότητας για αυτοπροσδιορισμό εντός ενός κοινού κόσμου δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή. Αυτό που διακυβεύεται στις παρυφές της Ευρώπης σήμερα αφορά την κρίση της υπαρκτής, φιλελεύθερης, καπιταλιστικής δημοκρατίας και το αίτημα για μια δημοκρατία με δίκαιους όρους ζωής για όλους/όλες και αναχαίτιση του κοινωνικού εκφασισμού.

Έχουν περάσει δύο χρόνια από την υπογραφή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας, μιας συμφωνίας που δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί χωρίς σοβαρές παραβιάσεις του Προσφυγικού Δικαίου, και που συνάδει με το γενικότερο κλίμα αποδημοκρατικοποίησης στην Ευρώπη. Το πνεύμα της συμφωνίας, η στρατηγική αποτροπής των ροών από την Τουρκία προς την Ελλάδα και την Ευρώπη, έχει βαρύ κόστος σε πολλαπλά επίπεδα: καθεστώς υποδοχής και ασύλου, γεωγραφικός περιορισμός, αναγνώριση της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας κ.λπ.

Για να σταθούμε στο ύψος των νέων καθηκόντων που τίθενται μπροστά μας, καλούμαστε να υπερασπιστούμε στην πράξη -και να εμπνευστούμε από- την ιδεολογική και πολιτική μάχη της ιθαγένειας για να επεξεργαστούμε πολιτικές ένταξης. Από αυτή την άποψη, δύο σημαντικές πολιτικές πρωτοβουλίες ήταν η απόφαση του υπουργείου Παιδείας για εγγραφή στα σχολεία των παιδιών των προσφύγων και η απόφαση του ΟΑΕΔ να δώσει τη δυνατότητα εγγραφής στο μητρώο ανέργων σε ομάδες του πληθυσμού χωρίς μόνιμο τόπο κατοικίας, όπως άστεγους, μετανάστες, πρόσφυγες, δικαιούχους διεθνούς προστασίας και φιλοξενούμενους/ες σε ξενώνες προστασίας θυμάτων βίας. Αυτά είναι απτά δείγματα μετατόπισης από τον αποκλεισμό και την αποτροπή στην ένταξη.

Η ένταξη για την οποία συζητάμε λαμβάνει υπόψη τις άνισες σχέσεις ισχύος που τοποθετούν τους/τις μετανάστες/τριες είτε στο περιθώριο είτε σε μια θέση πίεσης να «ενταχθούν». Δεν αφορά μια κίνηση από τα πάνω και «αφ’ υψηλού», ούτε αφήνει τους θεσμούς υποδοχής άθικτους και προσκολλημένους στις προδιαγραφές ενός εθνοκεντρικού ανήκειν. Η ένταξη που θέλουμε αναγνωρίζει και σέβεται ισότιμα τις διαφορές χωρίς να τις αφομοιώνει, αλλά και χωρίς να ανάγεται σε έναν φετιχισμό της «πολιτισμικής διαφοράς» που ομογενοποιεί τον «Άλλο»/την «Άλλη» καθηλώνοντάς τον/την στους όρους μιας κλειστής και στατικής ταυτότητας και επισκιάζοντας διαφορές και ιεραρχίες (φύλου, τάξης) εντός των κοινοτήτων. Στο πλαίσιο αυτής της εννοιολόγησης της ένταξης, η διαφορά δεν σημαίνει διαίρεση, αλλά δυνατότητα για συσχέτιση. Επιπλέον, το να «είσαι στον τόπο σου» εμπεριέχει κίνηση, διαφορά και ανοικείωση. Γι’ αυτό η ισότιμη πρόσβαση και ένταξη απαιτεί πολιτικές αμοιβαίας ενδυνάμωσης και όχι αυτάρεσκη σταθερότητα και κυριαρχική ακινησία της δομής που «υποδέχεται» ή «ανέχεται». Η ένταξη δεν ισοδυναμεί με «ανεκτικότητα». Στα ιστορικά συμφραζόμενα της αποικιοκρατίας, του καπιταλισμού και του δυτικοκεντρικού φιλελεύθερου ατομισμού, η «ανεκτικότητα» συνιστά μια αναδιατύπωση της ανισότητας, αφού παράγει και επιτρέπει υπό όρους το απειλητικά ανοίκειο, μετατρέποντάς το σε μια ατομική και απολιτική ταυτότητα.

Η διαδικασία της ένταξης επιτελείται διαρκώς ως δυναμική, ισότιμη συμμετοχική πράξη στα πεδία της παιδείας, της εργασίας, της κοινωνικής ασφάλισης, της στέγης, της ιθαγένειας, της πολιτικής ισότητας, της καθημερινής κοινωνικότητας και της κοινής ζωής. Στη διαδικασία αυτή, είναι καθοριστικός ο ρόλος των μεταναστών/τριών και προσφύγων και των τοπικών πρωτοβουλιών αλληλεγγύης και αντιρατσιστικών συλλογικοτήτων. Χρειαζόμαστε δομές και θεσμούς αλληλεγγύης που να σφυρηλατούν το αίσθημα και την πράξη της ισότιμης συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Χρειαζόμαστε εναλλακτικούς τρόπους συνοίκησης και δημοκρατικούς δεσμούς του ανήκειν, διαφορετικούς από εκείνους που επιτάσσουν ο εθνικισμός και ο κοινοτισμός. Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε να αντιληφθούμε σε τι είδους δημοκρατική πολιτική θα μπορούσε να μεταφραστεί η επιθυμία να ανήκουμε ή να μην ανήκουμε: μια επιθυμία που αφορά και την επιθυμία για έναν διαφορετικό τρόπο να συνυπάρχουμε στο πολιτικό.

Η Άκρα Δεξιά και ο νεοναζισμός που καραδοκούν, στις διαφορετικές εκδοχές τους (όπως ο ευρωπαϊκός εθνικισμός τύπου Pegida - «Patriotic Europeans») δεν αντιμετωπίζονται με εκχωρήσεις στο δόγμα της ασφάλειας. Η Αριστερά οφείλει να προσφέρει αντίδοτα στην Ευρώπη-φρούριο. Ούτε βήμα πίσω από τις δεσμεύσεις μας για μια πολιτική υποδοχής και ισότιμης ένταξης.

* Αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL