Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.7°C22.6°C
3 BF 63%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
16 °C
14.6°C17.3°C
2 BF 86%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
20 °C
18.8°C20.0°C
5 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
29 °C
27.2°C28.8°C
4 BF 28%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
17 °C
16.9°C19.1°C
4 BF 88%
ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ / Κράτος, Εκκλησία και Σύνταγμα
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ / Κράτος, Εκκλησία και Σύνταγμα

Με αφορμή την αναμόρφωση του μαθήματος των Θρησκευτικών και εν όψει αναθεώρησης του Συντάγματος, έχει επανέλθει στην επικαιρότητα το ζήτημα του χωρισμού κράτους και Εκκλησίας. Το ζήτημα τούτο δεν είναι εύκολο να επιλυθεί, όχι μόνο επειδή οσάκις τίθεται προκαλεί οξύτατες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, αλλά και επειδή συμπλέκεται με προβλήματα που προκύπτουν από εδραιωμένες στον δημόσιο βίο πρακτικές. Ωστόσο, δεν μπορεί πλέον να παρακαμφθεί και ευχής έργο θα ήταν να αποτελέσει αντικείμενο ενός πράγματι νηφάλιου διαλόγου. Ήδη στη στήλη τούτη έχουν κατατεθεί αξιοπρόσεκτες απόψεις. Ελπίζω να είναι χρήσιμες και όσες συμπληρωματικά καταθέτω.

Το ισχύον Σύνταγμα κατά κανέναν τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί θρησκευτικά ουδέτερο. Στο άρθρο 3, αμέσως μετά τον συνοπτικό ορισμό της μορφής του πολιτεύματος, σπεύδει να αναγνωρίσει ως «επικρατούσα» στη χώρα μας τη «θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού». Και αντί να αποσαφηνίζει τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας στις οποίες αναφέρεται ο τίτλος του, π.χ. τους διακριτούς ρόλους τους, προσδιορίζει ή προεξοφλεί τη στάση της Εκκλησίας σε θέματα της δικής της αρμοδιότητας, όπως οι σχέσεις της με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και τις άλλες ομόδοξες Εκκλησίες, η τήρηση των ιερών αποστολικών και συνοδικών κανόνων και των ιερών παραδόσεων, η διατήρηση αναλλοίωτου του κειμένου της Αγίας Γραφής και ο τρόπος με τον οποίο αυτοδιοικείται. Είναι το άρθρο τούτο που παρέχει στην πολιτειοκρατούμενη ελλαδική Εκκλησία την ευχέρεια να διεκδικεί, πέρα από το αναφαίρετο δικαίωμά της να δημοσιοποιεί τις όποιες απόψεις της, και τη συμμετοχή της στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας.

Σαφές τεκμήριο για τον θρησκευτικό προσανατολισμό του Συντάγματος αποτελεί βεβαίως και η επίκληση «της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας» τόσο στο προοίμιό του όσο και στις ορκωμοσίες που απαιτεί. Και ενώ στο Άρθρο 54 προβλέπει για τους αλλόθρησκους ή ετερόδοξους βουλευτές να δίνουν όρκο σύμφωνο με το δικό τους θρήσκευμα, με το Άρθρο 33 επιβάλλει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να δίνει ορθόδοξο όρκο, παρεισάγοντας έτσι μια προϋπόθεση εκλογιμότητάς του πέραν των εύλογων εκείνων που ορίζονται στο Άρθρο 31. Αλλά και η ανάπτυξη «θρησκευτικής συνείδησης», που το Άρθρο 16 καταλέγει μεταξύ των σκοπών της παρεχόμενης από το κράτος Παιδείας, δεν έχει νόημα παρά μόνο αν αναφέρεται σε συγκεκριμένο θρήσκευμα. Τέλος, η απαγόρευση του προσηλυτισμού στο Άρθρο 13 δεν μπορεί να ερμηνευθεί παρά ως αποβλέπουσα στην προστασία της επικρατούσας θρησκείας. Γιατί, κατά τα άλλα, ο προσηλυτισμός αποτέλεσε και αποτελεί συστατικό στοιχείο του ιεραποστολικού έργου της ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως και άλλων χριστιανικών Εκκλησιών. Καταδικαστέος είναι βεβαίως ο προσηλυτισμός που μετέρχεται αθέμιτα μέσα, των οποίων όμως η απαγόρευση εναπόκειται στην κοινή νομοθεσία.

Τα παραπάνω άρθρα θα ήταν συμβατά μόνο με την αναγόρευση της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας σε «επίσημη». Ο όρος «επικρατούσα θρησκεία», καθώς δηλώνει μια πασιφανή αριθμητική υπεροχή των πιστών της, είναι στις μέρες μας αρκετά προβληματικός. Όχι επειδή έχουν πληθύνει οι ετερόδοξοι και αλλόθρησκοι Έλληνες πολίτες, αλλά επειδή, για λόγους που επισήμανε ο Γιώργος Φαράκλας από τη στήλη τούτη στις 28-9-16, έχει πιθανότατα αυξηθεί κατά πολύ ο αριθμός των θρησκευτικά αδιάφορων και αθέων. Σε κάθε περίπτωση, το πληθυσμιακό μέγεθος της κοινότητας των ορθόδοξων χριστιανών στον τόπο μας είναι κάτι που αφορά την Εκκλησία και ουδόλως το Κράτος, το οποίο οφείλει πλέον να είναι όχι απλώς ανεξίθρησκο, αλλά ουδετερόθρησκο.

Το μόνο σοβαρό επιχείρημα που προβάλλουν η Εκκλησία και όσοι εναντιώνονται στον χωρισμό της από το κράτος είναι οι ιστορικοί και πολιτισμικοί δεσμοί του έθνους με την παράδοση της Ορθοδοξίας. Πιστεύω ότι τίποτε δεν εμποδίζει οι δεσμοί αυτοί να αναγνωριστούν στο αναθεωρημένο Σύνταγμα. Η αναγνώριση αυτή θα δικαιολογούσε τη διατήρηση των καθιερωμένων επίσημων θρησκευτικών εορτών και όποιων εθιμικών προνομίων της Εκκλησίας δεν εμπλέκονται στην άσκηση της κρατικής εξουσίας. Μια τέτοια πρόνοια, την οποία μπορεί θαυμάσια να εισηγηθεί η κυβερνώσα Αριστερά στον εκτός και εντός Βουλής επικείμενο διάλογο, θα εξασφάλιζε, ελπίζω, τη συναίνεση της πλειονότητας του πολιτικού κόσμου και της κοινής γνώμης. Πιθανότατα, όμως, θα ήταν ανεπαρκής για την ιεραρχία της Εκκλησίας αν κρίνω από τις κατάρες μητροπολιτών που δέχθηκε ο υπουργός Παιδείας, μολονότι είχε εξαρχής διευκρινίσει ότι στο νέο μάθημα των Θρησκευτικών διόλου δεν παραβλέπονται οι δεσμοί του έθνους με την Ορθοδοξία, αλλά και από τους αήθεις χαρακτηρισμούς που του επιφύλαξε ο αρχιεπίσκοπος στην πρόσφατη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ.

Σάββας Κονταράτος, Ομότιμος καθηγητής ΑΣΚΤ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL