Ήδη απ’ τα πρώτα λεπτά κυκλοφορίας της είδησης των τρομοκρατικών χτυπημάτων στο κέντρο της Νέας Υόρκης, η πλειοψηφία των δημοσιογράφων, των κυβερνητικών παραγόντων και των αναλυτών επέμενε να τονίζει στις διάφορες τηλεοπτικές εκπομπές, με φόντο το κατεδαφιζόμενο υψιτενές οικοδομικό συγκρότημα του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, ότι η 11η Σεπτεμβρίου θα αποτελούσε σημείο καμπής μείζονος σημασίας στην Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, γνώμη την οποία οι πάντες εξακολουθούν να υποστηρίζουν μέχρι σήμερα ― ωστόσο, το άμεσο πλεονέκτημα μιας ανάλογης θέσης είναι προφανές: κάνοντας λόγο για σημείο καμπής στην Ιστορία υπονοούν πρωτίστως ότι η Ιστορία, εκείνη που μέχρι πριν ένα αιώνα αντιστοιχούσε σε μια συνεπή δομή αιτιωδώς συναρθρωμένων καθοριστικών γεγονότων, συνεχίζει να υφίσταται ως τέτοια και, ας πούμε, όχι ως μια καταγραφή τυχαίων και ασυνάρτητων σεναρίων υλοποιήσιμων αποκλειστικά σε επικοινωνιακό επίπεδο.
Αν δεχτεί κανείς πως το κυριότερο γνώρισμα της ύστερης δυτικής Ιστορίας, ίσως το μοναδικό, είναι ότι κινηματογραφείται, τεμαχίζεται, ανασυντίθεται και επαναπροβάλλεται αυτοστιγμεί, τότε μπορεί επίσης να αντιληφθεί εύκολα το διεθνές δίκτυο των μέσων ενημέρωσης, περιλαμβανομένων βέβαια των δελτίων Τύπου οποιασδήποτε μορφής, σαν καταγραφέα και αναμεταδότη αυτής της μαγνητοσκοπημένης Ιστορίας και ταυτόχρονα σαν ζωτικό όργανο της σύγχρονης κινηματογραφικής βιομηχανίας. Έτσι, οι αλλεπάλληλες αναπαραγωγές των πλάνων εκείνης της καταστροφής παρείχαν στο συλλογικό φαντασιακό των Αμερικάνων, άρα και στο συλλογικό φαντασιακό ολόκληρου σχεδόν του πλανήτη, ένα ιστορικό ορόσημο, αλλόκοτο μέσα στην απροσδιοριστία του, και εξαιρετικά θεαματικό, όπως και τα προηγούμενα: το κραχ, η ρίψη της ατομικής βόμβας, η προσσελήνωση του ανθρώπου, η δολοφονία του Κένεντυ, η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος κ.λπ. ― ο δε ηθικός αυτουργός, εκείνος που ανέλαβε την ευθύνη, θα χρησιμοποιούνταν ως το απαραίτητο και προϋποτιθέμενο πρόσωπο εκτός σκηνής, εν ονόματι του οποίου θα εγκαινιαζόταν αυτή η νέα ιστορική περίοδος, παρεμπιπτόντως προσανατολισμένη στην αναχαίτιση της τρομοκρατίας· εξού και το σημείο των επιθέσεων ονομάστηκε Σημείο Μηδέν.
Μια δεκαετία αφότου ο Μπους ο νεότερος είχε επικηρύξει τον Λάντεν με τη φράση «Wanted, dead or alive», οι παγκόσμιοι φορείς, παρακάμπτοντας όλες τις προηγούμενες φήμες που διέδιδαν ότι ο τελευταίος ήταν ήδη νεκρός, αποφάσισαν ότι ο καταζητούμενος έπρεπε να πεθάνει με την τυπική ―official― έννοια, τουτέστιν με το να επαληθεύσουν τον θάνατο του, κοινοποιώντας στα ΜΜΕ την επιχείρηση εξουδετέρωσής του. Περιέργως, από σκηνοθετικής απόψεως, οι αρμόδιοι διαχειρίστηκαν την κορύφωση του εθνικού αυτού σήριαλ με τη μέθοδο της ελλειπτικότητας, τέχνασμα που επιβάλλει την απόκρυψη της νευραλγικής πράξης: αντιστρέφοντας το δόγμα του μέσου που τους κατέστησε κυρίαρχους του πλανήτη, δηλαδή την έκθεση των πάντων στη σαρωτική προβολή, και πιθανόν για να αποφύγουν τις λεγόμενες amateur κινηματογραφήσεις απ’ τις ενσωματωμένες κάμερες στα κράνη των στρατιωτών που φαίνονται ψεύτικες ειδικά επειδή είναι πραγματικές, οι άλλοτε πρωτοπόροι μαιτρ υποβιβάζουν τα βίντεο εκτελέσεων, όπως ο απαγχονισμός του Σαντάμ Χουσεΐν σε εκείνη τη μικρή αποθήκη ή οι σφαγές των αμάχων στις επαρχίες του Ιράκ, σε φτηνιάρικα making off. Αντί να προσθέσουν ένα ολιγόλεπτο μακελειό στα υπερπροβεβλημένα βίντεο που διακινούνται στους αγωγούς κοινωνικής δικτύωσης μέχρι πληθωριστικού εκμηδενισμού της σημασίας τους, απαγόρευσαν την πρόσβαση σ΄ αυτό το διπλωματικής φύσεως θέαμα, επιδιώκοντας να προκαλέσουν την εντύπωση ότι, εάν ο φακός αρνείται ή αποτυγχάνει να αιχμαλωτίσει το γεγονός, τότε εκείνο που συνέβη δεν μπορεί παρά να διαθέτει μια ιδιάζουσα βαρύτητα, σα να λέμε να αντιστοιχεί σε κάτι πραγματικό. Μόνο που τώρα το «πραγματικό», παραδόξως, δεν ανήκε στην τάξη της εμπειρίας αλλά σ’ εκείνη της αυταπάτης, που εξυφαίνεται, μέσω ακριβώς της ελλειπτικότητας ως στοιχειώδους τεχνικής του μοντάζ. Αν η προσέγγιση του άβατου του παρελθόντος απαιτούσε αιώνες προσήλωσης στις μυστικιστικές πρακτικές, το σύγχρονο άβατο του φακού θα μπορούσε να ανακουφιστεί με τη διανομή μιας σπέσιαλ παραγωγής behind the scenes.
Το παραπάνω επαληθεύτηκε μ’ έναν εξίσου παράδοξο τρόπο στις εφημερίδες και στα δελτία των επόμενων ημερών όπου κυριαρχούσαν σημειολογικές εξισώσεις με τίτλους του είδους ΡΙΞΑΜΕ ΤΟΝ ΛΑΝΤΕΝ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΟΥ ΟΜΑΝ, συνοδευόμενους από φωτογραφίες ενός αιματοβαμμένου κρεβατιού. Η λύση της εκάστοτε εξίσωσης, αυτή η οριακή πτυχή της φαινομενικότητας που προεξοφλούσε ότι εδώ η απόδειξη συνέπιπτε ειδικά με την απουσία απόδειξης, περίπου όπως συνέβαινε κάποτε με τον Θεό, αφηνόταν φυσικά στην εξασκημένη φαντασία του θεατή: η αντίληψη της μεταμοντέρνας Ιστορίας καθώς διαμεσολαβούνταν απ’ την εικόνα έτεινε στη διεστραμμένη εκδοχή μιας θεολογικού τύπου γνωσιολογίας. Άλλωστε, ο Σαουδάραβας ηγέτης επηρέαζε κατ’ ουσίαν την πολιτική των Αμερικανών διά του ανεντόπιστου του στίγματός του και, στην ίδια γραμμή κινούμενες, οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας φρόντισαν να εξαφανίσουν το πτώμα, όχι για να μην μετατραπεί ο τόπος ταφής σε προσκύνημα των μουσουλμάνων φονταμενταλιστών, όπως δήλωσαν, αλλά ώστε να διατηρηθεί η δυναμική εκείνου που συμβόλιζε ο Λάντεν για τη Δύση: το ριζικά ξένο που ρυθμίζει τις ενέργειές μας με το να παραμένει διαρκώς μη προσιτό, κάτι σαν προσωποποιημένο αρχιμήδειο σημείο, όπως θα συνέβαινε, φυσιολογικά, αν η Ιστορία ήταν ακόμη σε εξέλιξη.
Δεδομένου ότι ο Σκηνοθέτης, ως θεσμός, αποτελούσε την ενσάρκωση της συνθήκης που απαιτούσε την ύπαρξη τουλάχιστον ενός ο οποίος έβλεπε αυτό που δεν μπορούσες να δεις εσύ, ώστε το θέαμα να διαφέρει απ΄ την πραγματικότητα, ο πλέον κατάλληλος για μια τέτοια αξίωση θα ήταν βέβαια ο υπ’ αριθμόν 1, ήτοι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ. Μεταφορικά μιλώντας, ο Ομπάμα παρακολούθησε τη σκηνή προκειμένου, εμείς, οι υπόλοιποι, να στερηθούμε, νόμιμα, το πλεονέκτημα της θέασης. Εντούτοις ο ρόλος του σκηνοθέτη είχε εκφυλιστεί σ΄ έναν ακόμη ρόλο του έργου, αν και ακριβοπληρωμένο. Υπ’ αυτή την έννοια η κινηματογραφική διαχείριση της δολοφονίας του Λάντεν συνιστούσε ταυτοχρόνως, εν αγνοία των ιθύνοντων, μια ακόμη μάταιη προσπάθεια να αναστηθεί ο Σκηνοθέτης ως θεσμικός τρίτος, ο οποίος, σε αντίθεση με τον Θεό, τον Πατέρα, τον Συγγραφέα και τα άλλα ρυθμιστικά υποκείμενα της Ιστορίας που πέθαναν από βαθειά γεράματα, ξεψύχησε όταν ήταν νεογέννητος. Έκτοτε, όλα τα πιθανά πλάνα είχαν ήδη κινηματογραφηθεί και μονταριστεί.
Στεφανος Σκιαλίβας