Live τώρα    
16°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
12.0°C16.8°C
1 BF 60%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
9.8°C13.6°C
3 BF 54%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
16 °C
9.0°C16.0°C
2 BF 68%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.8°C17.1°C
3 BF 86%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
9 °C
8.9°C11.3°C
0 BF 81%
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ / Εμείς οι πρόσφυγες
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ / Εμείς οι πρόσφυγες

Τις μέρες της βουβής, διάχυτης αβεβαιότητας, και της αργής αλλά σταθερής κατάρρευσης βεβαιοτήτων και σχεδίων ζωής, όλο και σπανιότερα εκδίδονται σημαντικά βιβλία, που δεν αναψύχουν και δεν καταφάσκουν στην πραγματικότητα, διά της προσφερόμενης «απόδρασης» από αυτήν. Μάλλον σαν ένα «μήνυμα στο μπουκάλι» θα μπορούσε να θεωρηθεί η επικείμενη, εντός των επόμενων ημερών, κυκλοφορία του βιβλίου «Εμείς οι πρόσφυγες», από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, με κείμενα της Χάννα Άρεντ, του Τζόρτζο Αγκάμπεν και του Έντζο Τραβέρσο, σε μετάφραση (αντίστοιχα) των Κώστα Δεσποινιάδη, Άκη Γαβριηλίδη και Νίκου Κούρκουλου. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο, οφείλουμε διπλές ευχαριστίες στον εκδότη και τους συντελεστές του, τόσο για την κίνηση της έκδοσης όσο και για το δώρο της προδημοσίευσης.

Π.-Ι. ΣΤΑΝΓΚΑΝΕΛΛΗΣ

Εμείς οι πρόσφυγες

ΤΗΣ HANNAH ARENDT

Προκειμένου να ξεχάσουμε ακόμα πιο αποτελεσματικά μάλλον αποφεύγουμε οποιαδήποτε νύξη για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή τα στρατόπεδα εγκλεισμού τα οποία γνωρίσαμε σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες - κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως απαισιοδοξία ή έλλειψη αυτοπεποίθησης στη νέα μας πατρίδα. Ακόμα και μεταξύ μας δεν μιλάμε για αυτό το παρελθόν. Αντ' αυτού, έχουμε βρει τον τρόπο μας να διαχειριζόμαστε ένα αβέβαιο μέλλον. Απ' τη στιγμή που όλοι κάνουν σχέδια, εύχονται και ελπίζουν, το ίδιο κάνουμε κι εμείς. Ωστόσο, εκτός από αυτές τις γενικές ανθρώπινες συμπεριφορές, προσπαθούμε να τακτοποιήσουμε το μέλλον περισσότερο επιστημονικά. Μετά από τόση κακοτυχία θέλουμε μια απόλυτα σίγουρη πορεία. Συνεπώς, αφήνουμε πίσω μας τη γη με όλες της τις αβεβαιότητες και στρέφουμε το βλέμμα μας στον ουρανό. Τα άστρα -κι όχι οι εφημερίδες- θα μας πουν πότε θα ηττηθεί ο Χίτλερ και πότε θα γίνουμε Αμερικανοί πολίτες. Θεωρούμε τα άστρα πιο αξιόπιστους συμβούλους απ' ό,τι όλους τους φίλους μας· από τα άστρα μαθαίνουμε πότε θα δειπνήσουμε με τους ευεργέτες μας καθώς και ποιά μέρα θα ήταν καλύτερο να συμπληρώσουμε ένα από αυτά τα αμέτρητα ερωτηματολόγια που συνοδεύουν τις τωρινές μας ζωές. Μερικές φορές δεν στηριζόμαστε ούτε στ' άστρα, αλλά μάλλον στις γραμμές των χεριών ή στα σημάδια του γραφικού μας χαρακτήρα. Έτσι μαθαίνουμε λιγότερα για τα πολιτικά γεγονότα αλλά περισσότερα για τους αγαπητούς εαυτούς μας, έστω και αν η ψυχανάλυση είναι κάπως ντεμοντέ. Οι ευτυχισμένες εποχές κατά τις οποίες βαριεστημένες κυρίες και κύριοι της καλής κοινωνίας συζητούσαν για τις χαριτωμένες αταξίες των παιδικών τους χρόνων έχουν παρέλθει. Δεν θέλουν πια ιστορίες με φαντάσματα· υπάρχουν πραγματικές εμπειρίες που τους κάνουν να ανατριχιάσουν. Δεν υπάρχει πλέον καμιά ανάγκη να μας μαγεύει το παρελθόν· υπάρχει αρκετή μαγεία στην πραγματικότητα. Έτσι, παρά την ανεπιφύλακτη αισιοδοξία μας, χρησιμοποιούμε κάθε είδους μαγικά κόλπα για να ξορκίσουμε τα πνεύματα του μέλλοντος.

Δεν ξέρω ποιες αναμνήσεις και ποιες σκέψεις κατοικούν κάθε βράδυ στα όνειρά μας. Δεν τολμώ να ρωτήσω, δεδομένου ότι κι εγώ υπήρξα μάλλον αισιόδοξη. Μερικές φορές όμως φαντάζομαι ότι τουλάχιστον τα βράδια σκεφτόμαστε τους νεκρούς μας ή ότι θυμόμαστε τα ποιήματα που κάποτε αγαπήσαμε. Θα μπορούσα ακόμα και να καταλάβω πως οι φίλοι μας της Δυτικής Ακτής, κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης κυκλοφορίας, έχουν τέτοιες περίεργες απόψεις όπως το να πιστεύουν ότι είμαστε «αυριανοί πολίτες» αλλά απλώς προσωρινά «εχθρικοί αλλοδαποί». Υπό το φως της ημέρας, φυσικά, μόνο «από τεχνικής απόψεως» γινόμαστε εχθρικοί αλλοδαποί - όλοι οι πρόσφυγες το ξέρουν αυτό. Αλλά όταν τεχνικοί λόγοι σε εμποδίζουν να βγεις από το σπίτι μόλις σκοτεινιάσει, σίγουρα δεν είναι εύκολο να αποφύγεις κάποιες σκοτεινές σκέψεις γύρω από τη σχέση μεταξύ τεχνικού και πραγματικού.

Όχι, κάτι δεν πάει καλά με την αισιοδοξία μας. Υπάρχουν ανάμεσά μας εκείνοι οι ιδιόρρυθμοι αισιόδοξοι άνθρωποι που, έχοντας κάνει πολλές αισιόδοξες ομιλίες, επιστρέφουν στο σπίτι και ανάβουν το γκάζι ή χρησιμοποιούν τον ουρανοξύστη με έναν αρκετά αναπάντεχο τρόπο. Φαίνεται να αποδεικνύουν ότι η διακηρυγμένη μας ευθυμία βασίζεται σε μια επικίνδυνη ετοιμότητα για θάνατο. Αναθρεμμένοι με την πεποίθηση ότι η ζωή είναι το υψηλότερο αγαθό και ο θάνατος η μεγαλύτερη συμφορά, γινόμαστε μάρτυρες και θύματα χειρότερων φρικαλεοτήτων απ' ό,τι ο θάνατος - δίχως να είμαστε ικανοί να ανακαλύψουμε ένα ιδανικό υψηλότερο απ' τη ζωή. Έτσι, μολονότι ο θάνατος χάνει για εμάς τη φρίκη του, δεν γινόμαστε ούτε πρόθυμοι ούτε ικανοί να ρισκάρουμε τη ζωή μας για κάποιον σκοπό. Οι πρόσφυγες, αντί να παλεύουν -ή να σκέφτονται πώς θα μπορούσαν να παλέψουν- έχουν συνηθίσει να εύχονται το θάνατο των συγγενών και φίλων· αν κάποιος πεθάνει, φανταζόμαστε με χαρά όλα τα βάσανα από τα οποία γλύτωσε. Τελικά, πολλοί από εμάς καταλήγουν να εύχονται ότι κι εμείς, επίσης, θα μπορούσαμε να γλυτώσουμε από ορισμένα βάσανα, και πράττουν αναλόγως.

Οι καινούργιοι μας φίλοι, μάλλον παραζαλισμένοι από τόσους πολλούς σπουδαίους και διάσημους ανθρώπους, δύσκολα καταλαβαίνουν ότι στη βάση όλων μας των περιγραφών για τα περασμένα μεγαλεία βρίσκεται μια ανθρώπινη αλήθεια: κάποτε ήμαστε κάποιοι για τους οποίους νοιάζονταν ορισμένοι άνθρωποι, μας αγαπούσαν οι φίλοι μας και οι ιδιοκτήτες των σπιτιών μας ήξεραν ότι πληρώναμε το νοίκι κανονικά. Κάποτε μπορούσαμε να αγοράσουμε το φαγητό μας και να ανέβουμε στον υπόγειο σιδηρόδρομο δίχως να μας πούνε ότι είμαστε ανεπιθύμητοι. Γίναμε λίγο υστερικοί όταν οι δημοσιογράφοι άρχισαν να μας παρατηρούν και να μας λένε δημόσια να σταματήσουμε να είμαστε αηδιαστικοί όταν ψωνίζουμε ψωμί και γάλα. Αναρωτιόμαστε πώς μπορεί να γίνει αυτό· είμαστε ήδη τόσο καταραμένα προσεκτικοί σε κάθε στιγμή της καθημερινής μας ζωής προσπαθώντας να αποτρέψουμε οποιονδήποτε απ' το να μαντέψει ποιοί είμαστε, τί είδους διαβατήριο έχουμε, πού συμπληρώθηκαν τα πιστοποιητικά γέννησής μας - και ότι δεν αρέσουμε στον Χίτλερ. Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να χωρέσουμε σε έναν κόσμο όπου πρέπει, κατά κάποιον τρόπο, να φυλάγεσαι πολιτικά ακόμα κι όταν αγοράζεις το φαγητό σου.

Μπορεί κανείς να εκπλαγεί που η προφανής έλλειψη χρησιμότητας όλων των αλλόκοτων μεταμορφώσεών μας δεν έχει σταθεί ικανή να μας αποθαρρύνει. Αν είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι σπανίως διδάσκονται από την ιστορία, είναι επίσης αλήθεια ότι μπορεί να διδαχθούν από τις προσωπικές τους εμπειρίες, οι οποίες, όπως στη δική μας περίπτωση, επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά. Προτού όμως ρίξετε τον πρώτο λίθο εναντίον μας, θυμηθείτε ότι το να είναι κανείς Εβραίος δεν προσφέρει κανένα νομικό στάτους σε αυτό τον κόσμο. Αν αρχίσουμε να λέμε την αλήθεια, ότι δηλαδή δεν είμαστε τίποτα άλλο παρά Εβραίοι, αυτό θα σήμαινε ότι εκθέτουμε τους εαυτούς μας στη μοίρα εκείνων των ανθρώπινων όντων που, απροστάτευτα από κάποια συγκεκριμένη νομοθεσία ή πολιτική συνθήκη, δεν είναι τίποτα άλλο παρά σκέτα ανθρώπινα όντα. Δύσκολα μπορώ να φανταστώ μια συμπεριφορά περισσότερο επικίνδυνη, δεδομένου ότι ζούμε σήμερα σε έναν κόσμο στον οποίο τα ανθρώπινα όντα καθαυτά έχουν πάψει να υφίστανται εδώ και καιρό, δεδομένου ότι η κοινωνία έχει ανακαλύψει τις διακρίσεις ως το μεγάλο κοινωνικό όπλο με το οποίο μπορεί κανείς να σκοτώσει ανθρώπους δίχως αιματοχυσία, δεδομένου τέλος ότι τα διαβατήρια και τα πιστοποιητικά γέννησης, και μερικές φορές ακόμα και οι αποδείξεις φόρου εισοδήματος δεν είναι πλέον τυπικά έγγραφα αλλά ζήτημα κοινωνικών διακρίσεων. Είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι από εμάς εξαρτιόμαστε εξολοκλήρου από τα κοινωνικά κριτήρια· χάνουμε την αυτοπεποίθησή μας αν η κοινωνία δεν μας επιδοκιμάζει· είμαστε έτοιμοι -και πάντοτε ήμασταν- να πληρώσουμε οποιοδήποτε τίμημα προκειμένου να γίνουμε αποδεκτοί από την κοινωνία. Είναι όμως εξίσου αλήθεια ότι οι λιγοστοί ανάμεσά μας που προσπάθησαν να πορευτούν δίχως όλα αυτά τα κόλπα και τα τεχνάσματα της προσαρμογής και της αφομοίωσης, πλήρωσαν ένα πολύ υψηλότερο τίμημα από ό,τι θα μπορούσαν να αντέξουν: διακινδύνευσαν τις λιγοστές ευκαιρίες που ακόμα και οι προγραμμένοι έχουν σε ένα χαώδη κόσμο.

Εξορία και βία

Μια ερμηνευτική της απόστασης

ΤΟΥ ENZO TRAVERSO

Το 1980, ο μαρξιστής ιστορικός από το Τρινιντάντ Σ. Λ. Ρ. Τζέιμς, που σήμερα θεωρείται ένας από τους πατέρες της μεταποικιοκρατίας, βεβαίωνε σε μια συνέντευξη ότι έγινε μαρξιστής χάρι σε δύο βιβλία: την Ιστορία της ρωσικής επανάστασης του Λέον Τρότσκι, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά που ο Τζέιμς έφτασε στο Λονδίνο, το 1932, και την Παρακμή της Δύσης. Κι αν η αναφορά του πρώτου έργου μοιάζει αυτονόητη, από ένα διανοούμενο που είχε υπάρξει ενεργός τροτσκιστής για δυο δεκαετίες περίπου, η επίκληση του Σπένγκλερ προκαλεί κάποιο σάστισμα, ακόμα μεγαλύτερο από την περίπτωση του Αντόρνο, ο οποίος στο κάτω-κάτω δεν θα μπορούσε να αγνοήσει ένα από τα μεγάλα βιβλία της γερμανικής συντηρητικής διανόησης της εποχής του. Ο Τζέιμς, φυσικά, δεν είχε γοητευτεί από τις πολιτικές ιδέες του Σπένγκλερ: εκείνο που τον τραβούσε στο έργο αυτό ήταν η ριζοσπαστική κριτική του στον νεοτερικό πολιτισμό. Μπόρεσε να τον βοηθήσει να εντάξει τον αγώνα του ενάντια στο ρατσισμό και την αποικιοκρατία σε μια συνολική αμφισβήτηση του δυτικού πολιτισμού.

Το τραύμα που προκάλεσε στον εβραιογερμανικό πνευματικό κόσμο η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία, το 1933, βρήκε το αντίστοιχό του δυο χρόνια αργότερα, για την αφροαμερικάνικη και καραϊβική διανόηση, στον πόλεμο της Αιθιοπίας. Ο Τζέιμς παρουσιάστηκε στην αιθιοπική πρεσβεία του Λονδίνου για να προσφέρει τις υπηρεσίες του και συνέβαλε σε μια ευρύτατη προπαγανδιστική εκστρατεία ενάντια στον αποικιακό πόλεμο του ιταλικού φασισμού. Για μια στιγμή, σκέφτηκε να πάει στην Αφρική για να οργανώσει πράξεις αλληλεγγύης, εξετάζοντας μάλιστα μορφές ντεφετιστικής προπαγάνδας στις τάξεις του ιταλικού στρατού. Στο Λονδίνο, διεύθυνε τους «International African Friends of Ethiopia» και έδωσε λυσσαλέα μάχη στο χώρο της βρετανικής αριστεράς υπέρ του μποϊκοταρίσματος του πολέμου. Η εκστρατεία αυτή δεν είχε σχέση με τον Αντόρνο (τότε υπότροφο στην Οξφόρδη), θυμίζει όμως πολύ την εκστρατεία της Χάνα Άρεντ στις στήλες της εφημερίδας Aufbau, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπέρ της δημιουργίας ενός εβραϊκού στρατού για τον αγώνα εναντίον του ναζισμού.

Το 1938, ο Τζέιμς δημοσίευσε τους Μαύρους Γιακωβίνους, έργο που ανασυνθέτει την ιστορία της πρώτης νικηφόρας εξέγερσης των δούλων ενάντια στην αποικιακή εξουσία. Καθώς μεταφράστηκε γρήγορα σε πολλές γλώσσες, αυτή η μελέτη για την αϊτινή επανάσταση του 1791-1803 του εξασφάλισε κάποια διασημότητα και στις δύο όχθες του Ατλαντικού. Ο ίδιος συνόψισε ως εξής τη γένεση αυτού του βιβλίου, για το οποίο εργάστηκε μια χρονιά στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού: «Αποφάσισα να γράψω ένα βιβλίο στο οποίοι οι Αφρικανοί -ή οι απόγονοί τους στο Νέο Κόσμο- αντί ν' αποτελούν μόνιμα το αντικείμενο της εκμετάλλευσης και το θύμα της αγριότητας άλλων λαών, θα άρχιζαν να δρουν σε μεγάλη κλίμακα και να διαμορφώνουν οι ίδιοι το πεπρωμένο τους». Όπως και η Μαύρη ανοικοδόμηση [Black Reconstruction], το κλασικό έργο του Γ. Ε. Μπ. Ντουμπόις που είχε κυκλοφορήσει δυο χρόνια νωρίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, το βιβλίο του Τζέιμς ανέλυε τη δουλεία σαν ένα από τα κύρια γνωρίσματα του νεοτερικού πολιτισμού κι έβλεπε την επανάσταση του Τουσέν Λουβερτύρ σαν τον πρώτο σταθμό στην εξέγερση των αποικισμένων που έμελλε να σημαδέψει την ιστορία του 20ού αιώνα. Το 1938, το να ανακαλεί κανείς «την καταναγκαστική εργασία στα ορυχεία, τους φόνους, τους βιασμούς, τα εκπαιδευμένα σκυλιά, τις άγνωστες αρρώστιες και την τεχνητή πείνα [...], τις προδιαγραφές ενός ανώτερου πολιτισμού [που] συρρίκνωσαν τον αυτόχθονα πληθυσμό από κατ' εκτίμηση μισό, ή ίσως ένα, εκατομμύριο σε 60.000 μέσα σε μια δεκαπενταετία», σήμαινε αναπόφευκτα μια σύνδεση ανάμεσα στην αποικιοκρατική βία και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του φασισμού.

Το 1951, τη χρονιά που κυκλοφόρησαν Οι ρίζες του ολοκληρωτισμού, η Χάνα Άρεντ απόχτησε την αμερικάνικη υπηκοότητα. Την ίδια στιγμή που κέρδισε τη φήμη χάρι στο βιβλίο αυτό, έπαψε επίσης να είναι άπατρις και εξόριστη. Την επόμενη χρονιά, το 1952, ο Τζέιμς φυλακίστηκε στο Έλις Άιλαντ σαν «ανεπιθύμητος ξένος» (undesirable alien). Οι προσπάθειές του για απόχτηση υπηκοότητας, μετά το δεύτερο γάμο του, είχαν αποτύχει. Όντας γόνιμος μαρξιστής συγγραφέας και αντιαποικιακός αγωνιστής, δεν είχε θέση στην Αμερική του γερουσιαστή Μακάρθι. «Ήμουν ένας ξένος χωρίς άδεια μόνιμης παραμονής. Δεν είχα δικαιώματα», θα γράψει αργότερα. Μετά από αρκετούς μήνες εγκλεισμού, απελάθηκε τελικά στη Μεγάλη Βρετανία.

Πέρα από τα δικαιώματα του ανθρώπου

ΤΟΥ GIORGIO AGAMBEN

Εάν, στο σύστημα του έθνους-κράτους, ο πρόσφυγας συνιστά ένα τόσο ανησυχητικό στοιχείο, αυτό συμβαίνει πάνω απ' όλα επειδή, σπάζοντας την ταύτιση μεταξύ ανθρώπου και πολίτη, μεταξύ γέννησης και εθνικότητας, ο πρόσφυγας βυθίζει σε κρίση την πρωταρχική πλασματική εξομοίωση της κυριαρχίας. Φυσικά, μεμονωμένες εξαιρέσεις στην αρχή αυτή πάντοτε υπήρξαν· η καινοτομία της εποχής μας, που απειλεί τα ίδια τα θεμέλια του έθνους-κράτους, είναι ότι όλο και περισσότερα τμήματα της ανθρωπότητας δεν μπορούν πλέον να εκπροσωπηθούν μέσα σε αυτό. Γι' αυτό -επειδή δηλαδή ο πρόσφυγας αποδιαρθρώνει την παλαιά τριάδα κράτος/έθνος/έδαφος- αυτή η φαινομενικά περιθωριακή φιγούρα αξίζει να θεωρηθεί μάλλον ως κεντρική φιγούρα της πολιτικής μας ιστορίας. Θα ήταν καλό να μην ξεχνάμε ότι τα πρώτα στρατόπεδα στην Ευρώπη χτίστηκαν ως χώροι για τον έλεγχο των προσφύγων, και ότι η χρονική διαδοχή -στρατόπεδα εγκλεισμού, στρατόπεδα συγκέντρωσης, στρατόπεδα εξόντωσης- εκπροσωπεί μια απολύτως πραγματική σχέση καταγωγής. Ένας από τους λίγους κανόνες που οι Ναζί τήρησαν πιστά κατά τη διάρκεια της «τελικής λύσης» ήταν ότι μόνο αφού οι Εβραίοι και οι τσιγγάνοι είχαν χάσει κάθε ιθαγένεια (ακόμη και εκείνη την δεύτερης κατηγορίας ιθαγένεια που διέθεταν μετά τους νόμους της Νυρεμβέργης) μπορούσαν να σταλούν στα στρατόπεδα εξόντωσης. Όταν τα δικαιώματά του δεν είναι πλέον δικαιώματα του πολίτη, τότε ο άνθρωπος είναι στ' αλήθεια ιερός, με την έννοια που είχε ο όρος αυτός στο αρχαϊκό ρωμαϊκό δίκαιο: προορισμένος να πεθάνει.

Είναι ανάγκη να διαχωρίσουμε αποφασιστικά την έννοια του πρόσφυγα από αυτή των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και να πάψουμε να θεωρούμε το δικαίωμα του ασύλου (που ούτως ή άλλως περιορίζεται δραστικά στη νομοθεσία των ευρωπαϊκών κρατών) ως την εννοιολογική κατηγορία στην οποία θα πρέπει να ενταχθεί το φαινόμενο (μια ματιά στις πρόσφατες Δέκα θέσεις πάνω στο δικαίωμα του ασύλου, της Άγκνες Χέλερ, δείχνει ότι σήμερα αυτό μπορεί μόνο να οδηγήσει σε άκαιρες συγχύσεις). Ο πρόσφυγας πρέπει να θεωρηθεί ως αυτό που είναι, δηλαδή τίποτα λιγότερο από μια οριακή έννοια που θέτει υπό ριζική διερώτηση τις αρχές του έθνους-κράτους και, ταυτόχρονα, επιτρέπει να καθαρίσουμε το έδαφος για μια ανανέωση των κατηγοριών μας, την οποία δεν μπορούμε να αναβάλλουμε άλλο.

Στο μεταξύ, πράγματι, το φαινόμενο της λεγόμενης παράνομης μετανάστευσης στις χώρες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας έχει προσλάβει (και θα προσλαμβάνει όλο και περισσότερο τα επόμενα χρόνια, αφού αναμένονται 20 εκατομμύρια μετανάστες από τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης) χαρακτηριστικά και διαστάσεις που να δικαιολογούν πλήρως αυτή την ανατροπή στην οπτική. Αυτό με το οποίο βρίσκονται αντιμέτωπα σήμερα τα βιομηχανοποιημένα κράτη είναι μια μάζα μη πολιτών που διαμένουν μόνιμα, και που ούτε μπορούν, ούτε θέλουν να πολιτογραφηθούν ή να επαναπατριστούν. Συχνά αυτοί οι μη πολίτες έχουν μια υπηκοότητα προέλευσης, αλλά, αφού προτιμούν να μην χρησιμοποιήσουν την προστασία του κράτους τους, είναι, όπως και οι πρόσφυγες, «απάτριδες de facto». Για αυτούς τους μη πολίτες και μόνιμους κατοίκους, ο Τόμας Χάμαρ πρότεινε τη χρήση του όρου denizen («μέτοικος»), που έχει το προσόν να δείχνει ότι η έννοια του πολίτη (citizen) δεν είναι πλέον επαρκής για να περιγράψει την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα των σύγχρονων κρατών. Από την άλλη, οι πολίτες των προηγμένων βιομηχανικά κρατών (τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ευρώπη), με την αυξανόμενη λιποταξία τους από τις κωδικοποιημένες στιγμές πολιτικής συμμετοχής, εκδηλώνουν μια εμφανή τάση να μετασχηματιστούν σε «μέτοικους», σε μη πολίτες μόνιμους κάτοικους, ούτως ώστε πολίτες και «μέτοικοι» να τείνουν να ταυτιστούν, τουλάχιστον σε ορισμένους κοινωνικούς τομείς. Παράλληλα, σύμφωνα με τη γνωστή αρχή ότι η ουσιαστική αφομοίωση με ταυτόχρονη παρουσία τυπικών διαφορών εντείνει την έχθρα και την έλλειψη ανοχής, οι ξενόφοβες αντιδράσεις και οι αμυντικές κινητοποιήσεις αυξάνονται.

Προτού ανοίξουν πάλι τα στρατόπεδα εξόντωσης στην Ευρώπη (κάτι που αρχίζει ήδη να συμβαίνει), τα έθνη - κράτη πρέπει να βρουν το θάρρος να θέσουν υπό διερώτηση την ίδια την αρχή της εγγραφής της γέννησης -και την τριάδα κράτος / έθνος / έδαφος που βασίζεται σε αυτήν. Δεν είναι εύκολο να υποδείξουμε από τώρα τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να συμβεί συγκεκριμένα κάτι τέτοιο. Είναι αρκετό εδώ να προτείνουμε μία πιθανή κατεύθυνση. Όπως είναι γνωστό, μια από τις επιλογές που εξετάζονται για τη λύση του προβλήματος της Ιερουσαλήμ είναι να γίνει η πρωτεύουσα, ταυτόχρονα και χωρίς εδαφική διαίρεση, δύο διαφορετικών κρατικών οργανισμών. Η παράδοξη κατάσταση της αμοιβαίας εξωεδαφικότητας (ή, καλύτερα, α-εδαφικότητας) που αυτό θα συνεπαγόταν, θα μπορούσε να γενικευτεί ως πρότυπο νέων διεθνών σχέσεων. Αντί για δύο εθνικά κράτη που τα χωρίζουν αβέβαια και απειλητικά σύνορα, θα μπορούσαμε να φανταστούμε δύο πολιτικές κοινότητες που κατοικούν στην ίδια περιοχή και βρίσκονται σε κατάσταση εξόδου η μια προς την άλλη, οι οποίες διαρθρώνονται μεταξύ τους με μια σειρά αμοιβαίων ετεροδικιών, όπου η καθοδηγητική έννοια δεν θα ήταν πλέον το ius [δικαίωμα] του πολίτη, αλλά μάλλον το refugium [άσυλο] του ατόμου.

Υπό παρόμοια έννοια, θα μπορούσαμε να δούμε την Ευρώπη όχι ως μια ανέφικτη «Ευρώπη των εθνών», η καταστροφή της οποίας διαβλέπεται σύντομα, αλλά ως έναν α-εδαφικό ή εξωεδαφικό χώρο στον οποίο όλοι οι κάτοικοι των ευρωπαϊκών κρατών (πολίτες και μη πολίτες) θα ήταν σε θέση εξόδου ή καταφυγίου, και το καθεστώς του Ευρωπαίου θα σήμαινε το «είναι εν εξόδω» (έστω και σε ακινησία, προφανώς) του πολίτη. Ο ευρωπαϊκός χώρος θα αναπαριστούσε έτσι ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ της γέννησης και του έθνους, στο οποίο η παλαιά έννοια του λαού (που, όπως καλά ξέρουμε, είναι πάντα μια μειονότητα) θα μπορούσε να αποκτήσει ξανά ένα πολιτικό νόημα, ερχόμενη σε αποφασιστική αντίθεση προς την έννοια του έθνους (η οποία μέχρι τώρα την έχει αθέμιτα σφετεριστεί).

Αυτός ο χώρος δεν θα συνέπιπτε με κάποιο ομοιογενές εθνικό έδαφος, ούτε με το τοπογραφικό άθροισμα κάποιων εδαφών, αλλά θα επενεργούσε σε αυτά τα εδάφη, διατρυπώντας τα και διαρθρώνοντάς τα τοπολογικά όπως σε μια φιάλη του Λέιντεν ή σε μια ταινία του Mέμπιους, όπου το εξωτερικό και το εσωτερικό είναι απροσδιόριστα. Σε αυτόν το νέο χώρο, οι ευρωπαϊκές πόλεις, εισερχόμενες σε μια σχέση αμοιβαίας εξωεδαφικότητας, θα ανακάλυπταν πάλι την αρχαία κλίση τους ως πόλεις του κόσμου.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL