Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
16.4°C18.7°C
3 BF 51%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
13.8°C16.6°C
3 BF 68%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
15 °C
15.0°C15.5°C
4 BF 70%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
16.6°C17.8°C
5 BF 69%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
14.6°C16.2°C
2 BF 64%
Η ουσία της σύγκρουσης με το Βερολίνο
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η ουσία της σύγκρουσης με το Βερολίνο

Του ΛΕΩΝΙΔΑ ΜΠΟΥΡΙΤΣΑ

Αθήνα, 5/2/2015.Οι κοινές αναφορές στον ημερήσιο Τύπο το καταγράφουν ήδη σαφώς: Τώρα που η γερμανική πλευρά άνοιξε τα σκληρότερα (είμαστε σίγουροι ότι είναι τα σκληρότερα;) χαρτιά της έναντι της Ελλάδας, έστω και μέσω διαρροών, ή έστω από στοιχειώδη διάθεση προ-διαπραγματευτικού εκφοβισμού, φτάσαμε πια στην Ευρώπη στην καρδιά του προβλήματος. Είναι και κάποιοι μάλιστα που, αψηφώντας τη συχνά εσκεμμένα καταιγιστική ροή της πληροφορίας, θα παρατηρήσουν ότι χειρότερη και από μια αδιάλλακτη συμπεριφορά ενόψει κρίσιμων και απολύτως θεσμοθετημένων διαβουλεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι η επιμελημένη επιβολή τόσο στενών χρονικών πλαισίων, που, για την ολοκλήρωσή τους, θα "έστυβαν", με τα πρόσφατα λόγια του προέδρου Ομπάμα, ακόμη και έναν λαό με διπλάσια διαπραγματευτικά εργαλεία από αυτά που έχει στη διάθεσή της η νεαρή ελληνική κυβέρνηση. Μιλάμε, δηλαδή, μετά από αυτό, για την "καρδιά της καρδιάς" του ευρωπαϊκού προβλήματος, ενόσω στο τραπέζι μπαίνει επισήμως από το βράδυ της 4ηςΦεβρουαρίου (ΕΚΤ) η ημερομηνία 11 Φεβρουαρίου ως κόμβος προκειμένου να συνεχιστεί κάποια μορφή χρηματοδότησης προς τη χώρα.

Ζητείται από τη νέα κυβέρνηση, υπό τις συνθήκες αυτές, πριν καν της δοθεί η προβλεπόμενη ευκαιρία, να παρουσιάσει στο Κοινοβούλιο τις προγραμματικές της δηλώσεις, και υπό την απειλή να μη συμβεί ειδικότερα ζήτημα με τις ελληνικές τράπεζες, να δώσει «ασφαλείς και επαρκείς διαβεβαιώσεις ότι θα τηρήσει τις δεσμεύσεις και θα ανταποκριθεί στις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας». Ακόμη πιο συγκεκριμένα, και αφού στο «τέλος Φεβρουαρίου λήγει η δίμηνη παράταση του υφιστάμενου προγράμματος στην οποία συμφώνησε η προηγούμενη κυβέρνηση».

Έχουμε λοιπόν εδώ, σε μια χαρακτηριστική παράγραφο, και τις τρεις διαστάσεις της διαφοράς σε ζητήματα δημοκρατικής και εταιρικής ουσίας μεταξύ Αθήνας και Βερολίνου, και στα οποία η πρώτη διατηρεί, και έχει νωπή λαϊκή εντολή να διατηρήσει, τόσο την πολιτική όσο και την αναλυτική πραγματιστική ανωτερότητα. Ιδού γιατί.

Πρώτον, ακόμη κι αν κανείς καλοπροαίρετα παραδεχτεί για τις ανάγκες του ανοιχτού διαλόγου το ήδη πολυδιαφημιζόμενο δόγμα της άλλης πλευράς περί συνέχειας του κράτους και, άρα, ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις δεσμεύσεις και τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ελλάδας, δεν είναι μοιραία και υποχρεωμένος να αποδεχτεί και την εκτρωματική του εκδοχή που αφορά τόσο ειδικά συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, όπως οι πολιτικές του Μνημονίου. Ο λόγος είναι ότι όταν τέτοιες πολιτικές αποτελούν αντικείμενο δημοκρατικού διαλόγου, τιθέμενες μάλιστα στην κρίση ενός λαού εν όψει εκλογών, αυτό και μόνο τις αναδεικνύει σε de facto ακυρώσιμες πράξεις, οι οποίες όχι μόνο δεν καταργούν τη "συνέχεια του κράτους", αλλά, αντιθέτως, προκειμένου περί εύρωστων και ανοιχτών κοινωνιών, την εξασφαλίζουν στο διηνεκές.

Άλλωστε, και ο ίδιος ο γερμανικός λαός, στον αιώνα που πέρασε, χρειάστηκε να κάνει ανάλογη χρήση μιας τέτοιας χαλαρής και άρα πραγματιστικής στάσης έναντι κάποιου προτάγματος που τώρα παρουσιάζεται ως δήθεν ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής φιλοσοφίας. Είναι γνωστό ότι όταν το 1934 το ναζιστικό καθεστώς αποφασίζει (μονομερώς εκείνο) την αθέτηση δανείων από αμερικανικά συμφέροντα, όχι μόνο αυτά δεν επανέρχονται στο τραπέζι μεταπολεμικά, αλλά, μετά το Λονδίνο 1953, η χώρα απολαμβάνει την εξαιρετική ευκαιρία, με τη μεγάθυμη υποστήριξη των ΗΠΑ, να αρχίσει κατ' ουσίαν από την αρχή. Η Ελλάδα, αντίθετα, που της ζητούν τώρα να αποδείξει και πάλι τη νομιμοφροσύνη της στους κανόνες, τον ίδιο αιώνα μάθαινε το μάθημα της α-συνέχειας ενός κράτους, της Τουρκίας, δηλαδή, όταν με τον πιο σκληρό τρόπο βρέθηκε μεταξύ της Συνθήκης των Σεβρών και εκείνης της Λωζάννης χωρίς να διαμαρτυρηθεί ή να ηθικολογήσει.

Δεύτερον, το ίδιο το δόγμα περί συνέχειας του κράτους πάσχει ταυτόχρονα από υπερβολική προσήλωση σε δανειακά δίκαια που αφορούν τις περιπτώσεις ιδιωτών δανειστών και δανειζομένων, όσο και από ένα έντονο έλλειμμα δημοκρατικής παιδείας και πολιτισμού. Ας τα πάρουμε αυτά τα δύο με τη σειρά. Ειδικά όταν η νέα ελληνική κυβέρνηση κάνει πρώτη το κατευναστικό βήμα να διαχωρίσει σοφά μεταξύ των ιδιωτών και των κρατικών / θεσμικών δανειστών της χώρας, φροντίζοντας να πει ότι δεν γεννάται ζήτημα αθέτησης πληρωμής στους πρώτους, τότε όποιος άκριτα επικαλείται το παραπάνω δόγμα, με πλήρη επίγνωση ότι προκειμένου τώρα περί οφειλών μεταξύ κρατών τα χρονικά περιθώρια αποπληρωμής τουλάχιστον υπερ-τριπλασιάζονται, το κάνει πιθανότατα επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να κάνει στοιχειώδεις όσο και κρίσιμες αναλυτικές διακρίσεις. Έπειτα, αυτή η εμμονή με τη συνέχεια του κράτους μόνο επιχειρηματολογία τύπου raison d' etat μπορεί να προδίδει. Η αντίληψη αυτή μπορεί βέβαια να έχει τους οπαδούς της στην ιστορία της γεωπολιτικής σκέψης, αλλά μετά βίας θα περιλαμβανόταν μεταξύ των θεμελιωδών πολιτιστικών πυλώνων της ευρωπαϊκής ιδέας και ενοποίησης - ποιος θα έβαζε ποτέ τον Μέτερνιχ δίπλα σε έναν Ρήγα Φεραίο ή έναν Βίκτωρα Ουγκό;

Τρίτον, ακόμη κι αν τίποτε από τα παραπάνω δεν θεωρηθεί ως πλεονέκτημα στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης από εδώ και πέρα, και μόνο η επιμελημένη, όπως την ονομάσαμε παραπάνω, σπουδή στην πίεση του απαιτούμενου χρόνου για τη διαπραγμάτευση καταδεικνύει την ύπαρξη κακής πίστης και άρα ελλείμματος αλληλέγγυας στάσης. Κι αν κανείς πραγματικά ανησυχεί για την ανάγκη προσήλωσης στις δεσμεύσεις και τις διεθνείς υποχρεώσεις, θα πρέπει να ανησυχεί και για τον κίνδυνο που ελλοχεύει όταν η ανησυχία αυτή δεν ζυγίζεται ταυτόχρονα με την ανησυχία για την ενδεχόμενη αποσάθρωση των βαθύτερων όρων που δομούν τις ανοιχτές κοινωνίες όσο και τις μεταξύ τους εταιρικές σχέσεις και δεσμούς. Εν κατακλείδι, μόνο οι κλειστές και μύχια ανάδελφες κοινωνίες αναβιβάζουν το ζήτημα της συνέχειας του κράτους σε αποκλειστικό και αδιαπραγμάτευτο δόγμα. Η δημοκρατία ζει και επιβιώνει από τη συνεχή αυτοθέσμιση και έντιμη διαβούλευση.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL