Live τώρα    
22°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
22 °C
21.1°C23.2°C
5 BF 34%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.3°C22.7°C
5 BF 41%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
18.7°C19.4°C
4 BF 54%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αίθριος καιρός
22 °C
19.3°C22.8°C
5 BF 53%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
22 °C
21.8°C21.9°C
4 BF 26%
Δημήτρης Σκουλίδης (1927-2014) / Δημήτρης Σκουλίδης (1927-2014) - Αριστερός, άρχοντας, ξεχωριστός
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Δημήτρης Σκουλίδης (1927-2014) / Δημήτρης Σκουλίδης (1927-2014) - Αριστερός, άρχοντας, ξεχωριστός

Ξεχωριστός. Αριστερός, ευγενικός, λατρευτός -- άρχοντας σε όλα του και αριστερός σε όλα του. Με τέτοιες λέξεις, και όλες τους στον υπερθετικό, αρμόζει να μιλήσει κανείς για τον Δημήτρη Σκουλίδη -- κι ας μην ήταν ο ίδιος οπαδός των υπερθετικών. Καθώς όμως και πάλι οι χαρακτηρισμοί μοιάζουν φτωχοί, δημοσιεύουμε σήμερα τα κείμενα τριών ανθρώπων που τον γνώρισαν καλά, τον αγάπησαν πολύ και τον έζησαν χρόνια πολλά: της Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου, του Λευτέρη Μαραγκάκη και του Σάκη Φραγκεδάκη. Τα δύο τελευταία πρωτοδημοσιεύθηκαν στον Καθημερινό Παρατηρητή των Σερρών, στις 24.7 και στις 30.7 (Επίσης, θυμίζουμε το κείμενο της Χριστίνας Πουλίδου, «Καληνύχτα, Δημητρό», στο protagon, 21.7.2014). Ευχαριστούμε θερμά τη Γεωργία Σπυρίδη (κόρη του Κωνσταντίνου Σπυρίδη, προσωπικού φίλου του Δ. Σκουλίδη) και τη Διαμάντω Φραγγεδάκη, εκδότρια του Καθημερινού Παρατηρητή, για τη βοήθειά τους. Και στέλνουμε όλη την αγάπη μας στη Μερόπη, τον Αλέξη και όλους τους κοντινούς του.

Στρ. Μπ.

Ένας αυθεντικός flâneur

Της Φραγκίσκης Αμπατζόγλου

Στη μνήμη μου ο Δημήτρης Σκουλίδης, ο αγαπημένος «Δημητρός» ή «Τοτός», για τους φίλους που τον λάτρεψαν, θα έρχεται πάντα μέσα από πολύ διαφορετικούς δρόμους, χαρμόσυνους όσο και προβληματικούς, αφού γι' αυτόν, καθώς πιστεύω, η αγωνία της συνεχούς αναζήτησης, αισθητικής και υπαρξιακής, συνόδευε ακατάπαυστα τον αγώνα του για τις ιδέες, για τις οποίες άλλωστε είχε δοκιμαστεί σκληρά με φυλακίσεις, ακόμη και με θανατική ποινή, στα χρόνια του Εμφυλίου.

Πριν γνωρίσω τον ίδιο, γνώρισα τα αντικείμενα-δημιουργήματα της φαντασίας και της καλαισθησίας του --ένα απτό ίχνος των οραμάτων του -- που επιχειρούσαν μια τολμηρή παρέμβαση στην οικιακή αισθητική μας στα μέσα της δεκαετίας του '70: εννοώ τα υπέροχα υφαντά της «Σερραίας», για τις πιο κοινές χρήσεις του σπιτιού, που μετέτρεπαν τη χρησιμότητα σε ομορφιά, στόλισμα, αισθητική απόλαυση, και εμφυσούσαν δύναμη στα διδάγματα της λαϊκής τέχνης, που την επισκίαζε ήδη ο ανερχόμενος πολιτισμός του συνθετικού και της πλαστικής απομίμησης. Μαλακά, χνουδωτά, μεταξένια υφαντά, μας ξανάφερναν στις ρίζες της «ομορφιάς», όπως την είχαν καλλιεργήσει οι παλιότεροι, για κάθε χρηστική ανάγκη τους. Τα υφαντά του Σκουλίδη τα πρωτογνώρισα στα Γιάννενα, όπου τότε υπηρετούσα ως εκπαιδευτικός, στα μέσα της δεκαετίας του '70, σε ένα νέο μαγαζί στο κέντρο της πόλης, με την επωνυμία «Σερραία» , που έφερνε στην «μικρή μας πόλη» έναν αέρα νέου πολιτισμού, που σεβόταν, αναδείκνυε και ανανέωνε την παραδοσικαή τέχνη της υφαντουργίας. Για τη γενιά μου, που ζητούσε την επανάσταση αλλά έψαχνε και τις ρίζες της στην ιστορία των κοινοτήτων και στις τέχνες τους --ποιoς θυμάται άραγε τα ταγάρια που κρατούσαμε, ή τα σταμπωτά μαντήλια της κεφαλής-- η «Σερραία» ήταν ένας σταθμός. Η επανάστασή μας ήταν αγωνία όχι μόνο για τα γνωστά μας ιδεώδη αλλά και για το γνήσιο, το αυθεντικό, που το ψάχναμε παντού, σε ό, τι ακουστικό, οπτικό και απτικό. Ο Δημήτρης Σκουλίδης ήταν ο άνθρωπος που έδωσε μορφή όσο ελάχιστοι σε αυτήν την επανάσταση. Έκτοτε δεν αποχωρίστηκα δυο λινές κουβέρτες, που αντέχουν σχεδόν σαράντα χρόνια, με συντρόφεψαν σε μικρές και μεγάλες τρικυμίες και δεν τις αποχωρίζομαι.

Όταν λίγα χρόνια αργότερα γνώρισα τον Δημήτρη Σκουλίδη με την αγαπημένη του σύντροφο Μερόπη στο σπίτι του Μανόλη Αναγνωστάκη, βρήκα νέους λόγους για να θαυμάζω αυτόν τον «κομμουνιστή-βιομήχανο», όπως τον αποκαλούσαν, βλέποντάς τον περίπου σαν προσωποποίηση ενός οξύμωρου. Ήταν ένας άνθρωπος που μπορούσε να ζήσει κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, όπως στη φυλακή, αλλά πάντα με απαιτήσεις και προδιαγραφές μιας αισθητικής που πήγαζε από τις πιο απλές χειρονομίες. Το άγραφο σύνθημά του στις κοινωνικές σχέσεις ήταν: «χέρια ποτέ αδειανά», γιατί πιστεύω πως όδευε σε αυτές με την καρδιά πάντα γεμάτη, παλλόμενη, εναγώνια -- την καρδιά του ποιητή. Στις συναντήσεις μας, στο σπίτι του Μανόλη Αναγνωστάκη ή στο δικό του, πάντα με τη συντροφιά πολύ παλιών φίλων, ρωτούσε επίμονα, ζητούσε αναλύσεις, επεδίωκε πάντα το ουσιώδες.

Ο Σκουλίδης, κάτω από άλλες συνθήκες, θα μπορούσε να είναι ένας αυθεντικός flâneur (όπως τον οριοθέτησε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν) στις παρισινές στοές ή σε όποιες αγορές και σουκ του κόσμου στη φάση της νεοτερικότητας, ένας άνθρωπος δυνάμει ποιητής -- άλλωστε όλα αυτό δείχνουν, πχ. μια μετάφραση του Hiroshima mon amour, που έκανε στις αρχές της δεκαετίας του '60, και το βιβλιαράκι του, τις Ψηφίδες (εκδ. Εξάντας), που εξέδωσε λίγα χρόνια πριν μας φύγει―. Όμως ο ποιητής της «Σερραίας» ήταν ένας flaneur που έψαχνε να ενσταλάξει την ομορφιά μέσα στο «χρήσιμο», στην εποχή της εκβιομηχάνησης, όπως οι παλιοί άνθρωποι στα «εσνάφια», αλλά συνάμα ήθελε να την διερευνήσει, να την ανα-δημιουργήσει, με όποιον τρόπο, για τη χαρά των συνανθρώπων του. Αυτήν την υπόθεση κάνω για να εξηγήσω τους λόγους που έκαναν αυτό το αρχοντόπουλο από ανθηρή οικογένεια των Σερρών, όταν επέστρεψε στην πόλη του από το κολαστήριο του Επταπυργίου, να επιλέξει να εκφράσει την αγωνία του όχι μέσα από την υποκειμενική έκφραση του λογοτέχνη αλλά από τις εφαρμοσμένες τέχνες που είχαν φέρει οι παππούδες του από τις 40 Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης. Διάλεξε την υφαντουργία, και έφτασε να έχει 300 εξειδικευμένες υφάντρες στο εργοστάσιο. Όμως το εργοστάσιο κάποια στιγμή βούλιαξε άπατο οικονομικά. Γιατί; Από όλες τις ερμηνείες που έχω ακούσει για το θέμα αυτό, έχω συγκρατήσει προπάντων τις αφηγήσεις του αλησμόνητου Χρόνη Μίσιου, λατρεμένου φίλου του «Τοτού», που είχε δουλέψει κάποια χρόνια στη «Σερραία»: ο Σκουλίδης-βιομήχανος μπορούσε όλα να τα αφήσει για να να ικανοποιήσει την άμεση βιωτική ανάγκη αλλά και τη λαχτάρα ενός φίλου για ένα ωραίο αντικείμενο --πχ. ένα παλιό έπιπλο-- τρέχοντας για να το βρει ακόμη και στη Λάρισσα. Θυμάμαι τις σχεδόν απίστευτες ιστορίες που μας έλεγε ο Χρόνης για τον «Δημητρό», και πείθομαι ότι ο υπέροχος αυτός άνθρωπος έζησε σαν ποιητής -- αν αυτό σημαίνει παθιασμένη αναζήτηση του αυθεντικού. Την ίδια αυθεντικότητα αισθήματος και υπέρβαση του ανθρωπισμού έδειξε άλλωστε και στην οικογενειακή του ζωή, μαζί με την Μερόπη Σκουλίδη --μια παπαδιαμαντική ηρωίδα--, με τις ατυχίες και τα προβλήματα υγείας της κορούλας τους Κατερίνας.

Καθώς αναλογίζομαι την ιστορία της ζωής του, την προσωπικότητα και τις επιλογές του, σκέφτομαι ότι ο Δημήτρης Σκουλίδης ανήκει σε ένα είδος ανθρώπων που πρέπει συνεχώς να απασχολήσει τους ιστορικούς μας αλλά κυρίως πρέπει συνεχώς να μνημονεύουμε -- όσοι από μας πιστεύουν σε αξίες όπως το όραμα της απόλυτης γενναιοδωρίας ως τρόπος ζωής, ακόμη κι όταν προσκρούει στην αναπόφευκτη πεζότητα.

Δημήτρη Σκουλίδη, ώρα σου καλή

Του Λευτέρη Μαραγκάκη

Δεν ήθελα να γράψω νεκρολογία, αυτές οι παραστάσεις στους ναούς πάντα με δυσανασχετούσαν. Άλλωστε κι ο ίδιος ο Δημήτρης, όταν άκουγε επικήδειους για ανθρώπους που άλλα λέγανε κι άλλα κάνανε, είχε ένα πονηρό χαμόγελο αναθυμούμενος τον Λαυρέντη στο ποίημα του Αναγνωστάκη.

Γνωριζόμασταν πενήντα χρόνια. Από τις πρώτες δηλαδή δημιουργικές δεκαετίες της Ελλάδας μέχρι την τελευταία, της σχεδόν καταστροφής της. Μαζί μαλώναμε για τα λάθη της Αριστεράς και για τα πρόσωπα που την εκπροσωπούσαν, καθένας από τη δικιά του σκοπιά. Ήταν αδιαφιλονίκητη η βαθιά του κρίση σε θέματα πολιτικής και κατά καιρούς ήταν απέραντα θυμωμένος για τις λάθος επιλογές της οπουδήποτε σε πολιτικό επίπεδο. Όλα αυτά πληρώνοντάς τα βέβαια με την εκδικητική μανία των εχόντων και κατεχόντων της πολικής, όταν οι δυσκολίες στην επιχείρησή του γίνανε ανυπέρβλητες και που οφείλονταν κατά κύριο λόγο σε διεθνείς οικονομικές συνθήκες και στις ευαίσθητες ιδιότητες της εριουργίας παγκοσμίως. Μέχρι και φυλακή πήγε ο άνθρωπος, γιατί δεν είχε τη δυνατότητα να πληρώσει τα «χαράτσια» που του βάζανε. Θυμάμαι τον φίλο του και συγγραφέα Χρόνη Μίσσιο (παλιά καραβάνα σε φυλακές κι εξορίες), να τον παρακαλά μεταξύ σοβαρού και αστείου, να εκτίσει αυτός τη φυλακή του, μια και την είχε συνηθίσει πια χρόνια ολόκληρα.

Μερικές φορές σκεφτόμουν ότι θα ήθελα να ήμουν μεγαλύτερος για να ζήσω μαζί του τα σκληρά πολιτικά χρόνια του Εμφύλιου και της μετέπειτα εκδικητικής διάθεσης αυτών που επικράτησαν. Την εξορία του, την καταδίκη του σε θάνατο, την αμνηστία, όλα όσα δηλαδή σημάδεψαν ανθρώπους που θέλαν ένα καλύτερο μέλλον για τον άνθρωπο.

Δημήτρη, να είσαι καλά. Όπου κι αν πας να είσαι καλά. Γιατί σίγουρα κάπου είσαι. Και δεν μιλάω για χώμα ελαφρύ και τέτοια. Μιλάω για το ότι θα μας συντροφεύεις πάντοτε, όταν αναρωτιόμαστε πού είναι το καλό και πού είναι το κακό.

O Toτός της καρδιάς μας

Του Σάκη Φραγγεδάκη

Γόνος αρχοντικής οικογένειας (αδερφοί Χριστόδουλος και Σοφοκλής Σκουλίδης), καταγόμενης από τις 40 Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης, που εγκαταστάθηκε στην πόλη των Σερρών μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, του περασμένου αιώνα, όπου και διέπρεψε.

Λαμπρό και κοφτερό μυαλό με ευαισθησίες αλλά και γωνίες, με ισχυρές απόψεις και θέληση, ο Δημήτριος Σκουλίδης είχε μια πολυσήμαντη, θυελλώδη, γόνιμη και αποτελεσματική διαδρομή. Ιδρυτικό και ηγετικό μέλος της ΕΠΟΝ Σερρών με πλούσια αντιστασιακή δράση για την οποία φυλακίστηκε στις φυλακές του Εφταπυργίου Θεσσαλονίκης, ως μελλοθάνατος, όπου μοιράστηκε το κελί του με τον Λεωνίδα Κύρκο.

Ο εκλιπών υπήρξε ο ιδρυτής της βιομηχανίας «Σκουλίδης ΑΒΕΕ» με δύο εργοστάσια στην πόλη των Σερρών και υποκαταστήματα σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Η παραγωγή καναβατσότριχας με εξαγωγή στο εξωτερικό και διάφορα υφαντά, με ναυαρχίδα την κουβέρτα «Σεραία» κατέκτησε την αγορά εντός και εκτός της χώρας μας. Στα εργοστάσια της «Σκουλίδης ΑΒΕΕ» έβρισκαν δουλειά όλοι οι κατατρεγμένοι, χωρίς καμία διάκριση. Η βιομηχανία στο ζενίθ της ακμής της απασχολούσε πλέον των 300 εργαζομένων, κυρίως γυναίκες που εξελίχθησαν σε σπουδαίες υφάντριες. Ο Δημήτρης δεν μπορούσε να αρνηθεί δουλειά σε κανένα. Πολλοί από τους ευεργετηθέντες τον πίκραναν, με τα πρώτα προβλήματα της επιχείρησης, η οποία τελικά υπόκυψε σε μαρασμό, θύμα της ελληνικής πραγματικότητας.

Στις πρώτες αυτοδιοικητικές εκλογές της μεταπολίτευσης, τον Μάρτη του 1975, ο Δημήτρης Σκουλίδης, πολιτικό ον υψηλής αντίληψης και ευθύνης αποδέχθηκε προτάσεις πολιτικών και κοινωνικών παραγόντων, να διεκδικήσει το αξίωμα του δημάρχου του Δήμου των Σερρών. Με την πολιτική οξυδέρκεια που τον διέκρινε, ήξερε πως πρωταρχική ανάγκη της χώρας ήταν η παγίωση της νεοπαγούς δημοκρατίας της μεταπολίτευσης. Ο συνδυασμός που κατάρτισε υπήρξε έκφραση της «αντιδικτατορικής ενότητας» ενάντια στα υπολείμματα και τη νοοτροπία της χουντικής λαίλαπας. Υποστηρίχθηκε από ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις, ΚΚΕ εσωτερικού και ανένταχτους δημοκράτες. Η προσπάθεια απέτυχε, το κόστος του εγχειρήματος για την επιχείρηση υπήρξε σημαντικό. Η μισαλλοδοξία ακραίων πολιτικών και κοινωνικών παραγόντων στέρησε από τον Δήμο των Σερρών την ευκαιρία της ανανέωσης σε πρόσωπα και νοοτροπία των δημοτικών μας πραγμάτων. «Η ζηλοτυπία των πολλών την ανδρεία του ενός κατενίκησε».

Έτυχε της μεγίστης εκτίμησης της σερραϊκής κοινωνίας και κατέκτησε λόγω της μεγαλοσύνης του, το σεβασμό και των άσπονδων εχθρών και αντιπάλων του.. Ανήκε στην ανανεωτική αριστερά, τις απόψεις της οποίας μέχρι το τέλος της ζωής του με σθένος υπερασπίστηκε. Το στίγμα της ιδεολογικής συνέπειας του, είναι η αναφορά του στο βιβλίο του Ψηφίδες στο διανοητή της αριστεράς Ελεφάντη: «Άπαξ αριστερός, εσαεί αριστερός».

Ο Δημήτρης Σκουλίδης προγραμμάτιζε την έκδοση βιβλίου με τίτλο Η Σερραία, το οποίο άφησε ημιτελές στο στάδιο των σημειώσεων. Στο γιο του Αλέξη ανήκει προφανώς η ευθύνη και το καθήκον συνέχισης της προσπάθειας κατά το μέτρο που τούτο είναι εφικτό.

Στη σύζυγο του Μερόπη, εξαίρετη προσωπικότητα, και τον γιο του Αλέξη, τα πιο θερμά συλλυπητήρια μας. Είναι βέβαιο πως η μνήμη του Δημήτρη Σκουλίδη θα είναι αιωνία για τη μεγαλοσύνη του ανδρός και την πολυσήμαντη, πολυκύμαντη και γόνιμη ιστορική του διαδρομή. Να είναι βέβαιοι πως το χώμα, που σκέπασε τον δικό τους και δικό μας «Τοτό», θα είναι ελαφρύ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL